Απόψε
Της μοναξιάς μου το αυγουστιάτικο φεγγάρι
το περπάτησα
εκεί στην ερημιά
ανάμεσα στις καλαμιές
εκεί που παίζαμε μαζί με τον καλύτερο μου φίλο
εκεί που μου κράτησε το χέρι
εκεί που του σκούπισα το δάκρυ
εκεί που αγκαλιαστήκαμε ξανά
απόψε γύρισα για να τον βρω
μα δεν ήταν εκεί
ήμουν μόνο εγώ
Κρύφτηκα για λίγο
εκεί στις καλαμιές
περίμενα από κάπου να πεταχτεί
να μου φωνάξει τ όνομα μου
να έρθει να με βρει
μα δεν φάνηκε
Μα ήρθε και με βρήκε ένα παιδί
που πριν χρόνια είχα γνωρίσει
ένα μικρό παραπονεμένο παιδί
ορφανό από αγάπη
που έπαιζε πάντα μόνο
που στόλιζε μόνο τα χριστουγεννιάτικα δέντρα
που καθόταν μόνο στο τραπέζι για να φάει
και πριν φύγει για το σχολείο
φιλούσε την αγαπημένη του κούκλα το χειμώνα
την ξάπλωνε απαλά στο κρεβάτι
και την σκέπαζε να μην κρυώνει
μέχρι να γυρίσει απ το σχολείο
κι αυτό τότε κρυβόταν κάτω απ’ τα σκεπάσματα
και πιπιλούσε το δάχτυλο κλαίγοντας
γιατί ήξερε από πολύ νωρίς
πόσο σκληρή είναι η μοναξιά
Ηρθε και με βρήκε
και παρόλο που πέρασαν τα χρόνια
αυτό δεν είχε μεγαλώσει
μου φώναξε το όνομα μου
και βγήκα απ την κρυψώνα
Άκου τα βατράχια που μουρμουράνε
κάνει ζέστη απόψε κοριτσάκι
πάμε να γεμίσουμε τη λίμνη τους με δάκρυα
άνετα να κολυμπάνε
Κλάψαμε και μετά ξεχαστήκαμε όπως ξεχνούν τον πόνο τα μικρά παιδιά
και χέρι χέρι κρατιόμαστε πάλι και περπατάμε
μα θύμωσα σε μια στιγμή και το ρωτάω
«Πες μου φταίς εσύ μικρό παιδί που ποτέ δεν μεγαλώνεις
και όπου κι αν κρυφτώ πάντα εσύ με θέλεις για δική σου;»
Και θυμώνει κι αυτό και αδικημένο με ρωτάει
« Σε μένα χρεώνεις την ευθύνη που δεν μεγαλώνω,
μα αναρωτήθηκες ποτέ, αν φταίει ετούτη η συνήθεια
να αγαπάς πολύ γιατί δεν έχεις ποτέ πολύ αγαπήσει
και όνειρα να κάνεις όταν δεν στο χουνε ζητήσει;»
«Άκου κοριτσάκι ότι κι αν φταίει
ο καλύτερος μου φίλος απ το παιχνίδι λείπει και λυπάμαι
την απουσία δε του χρεώνω αλλά φοβάμαι
τα βράδια που λάμπουν ολόγιομα τα Αυγουστιάτικα φεγγάρια
εμείς θα βλέπουμε χωρίς σημαίνουν για μας κάτι
λες και μας έχουνε τάξει
τα πιο όμορφα μας όνειρα να ζούνε πάντα στα σκοτάδια»
«άκου γυναίκα, εγώ εδώ πάντα θα είμαι, μη λυπάσαι
όταν δεν θα έχεις κανέναν άλλο να παίξεις εγώ θα έρχομαι
φτάνει το κοριτσάκι που ποτέ δε μεγάλωσε να το θυμάσαι»
ΜΣ (μικρές e-stories)
Της μοναξιάς μου το αυγουστιάτικο φεγγάρι
το περπάτησα
εκεί στην ερημιά
ανάμεσα στις καλαμιές
εκεί που παίζαμε μαζί με τον καλύτερο μου φίλο
εκεί που μου κράτησε το χέρι
εκεί που του σκούπισα το δάκρυ
εκεί που αγκαλιαστήκαμε ξανά
απόψε γύρισα για να τον βρω
μα δεν ήταν εκεί
ήμουν μόνο εγώ
Κρύφτηκα για λίγο
εκεί στις καλαμιές
περίμενα από κάπου να πεταχτεί
να μου φωνάξει τ όνομα μου
να έρθει να με βρει
μα δεν φάνηκε
Μα ήρθε και με βρήκε ένα παιδί
που πριν χρόνια είχα γνωρίσει
ένα μικρό παραπονεμένο παιδί
ορφανό από αγάπη
που έπαιζε πάντα μόνο
που στόλιζε μόνο τα χριστουγεννιάτικα δέντρα
που καθόταν μόνο στο τραπέζι για να φάει
και πριν φύγει για το σχολείο
φιλούσε την αγαπημένη του κούκλα το χειμώνα
την ξάπλωνε απαλά στο κρεβάτι
και την σκέπαζε να μην κρυώνει
μέχρι να γυρίσει απ το σχολείο
κι αυτό τότε κρυβόταν κάτω απ’ τα σκεπάσματα
και πιπιλούσε το δάχτυλο κλαίγοντας
γιατί ήξερε από πολύ νωρίς
πόσο σκληρή είναι η μοναξιά
Ηρθε και με βρήκε
και παρόλο που πέρασαν τα χρόνια
αυτό δεν είχε μεγαλώσει
μου φώναξε το όνομα μου
και βγήκα απ την κρυψώνα
Άκου τα βατράχια που μουρμουράνε
κάνει ζέστη απόψε κοριτσάκι
πάμε να γεμίσουμε τη λίμνη τους με δάκρυα
άνετα να κολυμπάνε
Κλάψαμε και μετά ξεχαστήκαμε όπως ξεχνούν τον πόνο τα μικρά παιδιά
και χέρι χέρι κρατιόμαστε πάλι και περπατάμε
μα θύμωσα σε μια στιγμή και το ρωτάω
«Πες μου φταίς εσύ μικρό παιδί που ποτέ δεν μεγαλώνεις
και όπου κι αν κρυφτώ πάντα εσύ με θέλεις για δική σου;»
Και θυμώνει κι αυτό και αδικημένο με ρωτάει
« Σε μένα χρεώνεις την ευθύνη που δεν μεγαλώνω,
μα αναρωτήθηκες ποτέ, αν φταίει ετούτη η συνήθεια
να αγαπάς πολύ γιατί δεν έχεις ποτέ πολύ αγαπήσει
και όνειρα να κάνεις όταν δεν στο χουνε ζητήσει;»
«Άκου κοριτσάκι ότι κι αν φταίει
ο καλύτερος μου φίλος απ το παιχνίδι λείπει και λυπάμαι
την απουσία δε του χρεώνω αλλά φοβάμαι
τα βράδια που λάμπουν ολόγιομα τα Αυγουστιάτικα φεγγάρια
εμείς θα βλέπουμε χωρίς σημαίνουν για μας κάτι
λες και μας έχουνε τάξει
τα πιο όμορφα μας όνειρα να ζούνε πάντα στα σκοτάδια»
«άκου γυναίκα, εγώ εδώ πάντα θα είμαι, μη λυπάσαι
όταν δεν θα έχεις κανέναν άλλο να παίξεις εγώ θα έρχομαι
φτάνει το κοριτσάκι που ποτέ δε μεγάλωσε να το θυμάσαι»
ΜΣ (μικρές e-stories)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου