Παρασκευή 10 Νοεμβρίου 2023

βιβλιοπωλείο Ευρώπη

Αν είσαι ένα από αυτά τα παιδιά που ο γονιός σου σε έπαιρνε μαζί του στην δουλειά, τότε ξέρεις το συναίσθημα του να νιώθεις ότι εκείνος ο “κόσμος” γινόταν για σένα παιχνιδότοπος και πεδίο εξερεύνησης.  Τα μισό μου χρόνο το λοιπόν τον περνούσα εκεί. Στο βιβλιοπωλείο του παπά μου.

Το πρώτο βιβλιοπωλείο ήταν στην Λάρνακα, κοντά στο δημοτικό που πήγαινα τότε, στην Μικτή.  Αν θυμάσαι τότε εκεί κοντά στην πυροσβεστική ήταν ένα καφενείο του Αντωνάκη και ο κύριος Αντωνάκης είχε τες πιο ωραίες κούπες. Ο παπάς ερχόταν το διάλειμμα και μου έφερνε κούπα, της έβαζε και λεμόνι και εγώ έτρωγα. Μετά όταν σχόλανα πηγαίναμε περπατητοί στο βιβλιοπωλείο. Είχε και έναν υπάλληλο ας τον πούμε κύριο Κ. Αυτός είχε πολύ χοντρά φρύδια και ήταν πολύ μελαχροινός και είχε και μια παράξενη δυνατή φωνή και εγώ μικρό παιδάκι τότε τον φοβόμουν.  Ο παπάς με άφηνε να πιάσω βιβλια από τ βιβλιοπωλείο και να τα πάρω σπίτι, και μου είχε βάλει κανόνα να διαβάζω τριάντα σελίδες την ημέρα και μετά να του λέω τι διάβασα. Εμένα τα μάτια μου έκλειναν το βράδυ και θυμάμαι μετρούσα πότε θα τελειώσουν αυτές οι τριάντα σελίδες.

Μετά ο παπάς μετακόμισε Παραλίμνι και εγώ πήγαινα να μείνω τα Σαββατοκυριακα και τις διακοπές. Μαζί μετακόμισε και το βιβλιοπωλείο και άνοιξε άλλο, το όνομα του ήταν Ευρώπη. Το πρωί πηγαίναμε μαζί και τον βοηθούσα να ανοίξει το βιβλιοπωλείο. Βρίσκαμε έξω από την κλειστή πόρτα ένα δέμα με τις εφημερίδες της ημέρας και έπρεπε να βγάλουμε έξω το σταντ και να της βάλουμε πάνω με τη σειρά. Μετά συγυρίζαμε, ξεσκονίζαμε και ο παπάς έφτιαχνε καφέ στο μικρό κουζινάκι. Μερικές φορές με άφηνε να πάει δίπλα στον κουρέα να κουρευτεί και εγώ ένιωθα τρομερό άγχος και ευθύνη.

Είχε το γραφείο του με την ταμιακή και εγώ είχα ένα μικρό σκαμνάκι δίπλα του. Εκεί καθόμουν και διάβαζα με τις ώρες γιατί εκεί μέσα όλα ήταν δικά μου για λίγο, δεν είχα να αγοράσω κάτι, τα διάβαζα και τα έβαζα πίσω στα ράφια τους.  Μικυ μάους, μικροί εξερευνητές, μπλέικ, περιοδικά, βιβλία με ανέκδοτα, και ότι άλλο θέλεις.  Εκανα ένα γύρο στα ράφια, έβλεπα τα σβηστήρια, τα μύριζα, τις ξύστρες, τα μολύβια, τις μολυβοθήκες. Είχε πάντα μια ωραία μυρωδιά αυτή η απεριόριστη ποσότητα χαρτιού.

Και μετά ερχόταν η εποχή που θα άνοιγαν τα σχολεία. Ο παπάς μου έλεγε κάνε τη λίστα σου. Και εγώ έκανα τη λίστα μου. Και διαλέγαμε μαζί, βαλίτσα, ρίγα, μολύβια, χρωματιστά. Και όλα τα λογοτεχνικά βιβλία που μπορούσα να πάρω σπίτι να διαβάσω και να φέρω πίσω. Με μια προυπόθεση. Να τα προσέχω, γιατί μετά θα πάνε σε κάποιο άλλο παιδάκι. Είχα ιδιαίτερη αδυναμία στα βιβλία του Ιούλιου Βερν και κάποια στιγμή όταν έκλεισε και το δεύτερο βιβλιοπωλείο, κληρονόμησα τα βιβλία αυτά, του Ιούλιου Βερν και τα έχω στο σπίτι. Παλιές εκδόσεις, σκληρό εξώφυλλο και στην πρώτη σελίδα γράφει την τιμή, με τα γράμματα του παπά μου, σε μιλς. Τα διάβασα, τα διάβασαν τα παιδιά μου, ίσως κάποια μέρα και οι επόμενες γενιές.

Το πιο ωραίο πράγμα με τις ιστορίες, είναι ότι αυτό που γεννά το μυαλό ενός ανθρώπου, οι ήρωες, η πλοκή, αυτό το παράλληλο σύμπαν, δεν θα μπορούσε να το γεννήσει ακριβώς το ίδιο το μυαλό ενός άλλου ανθρώπου. Και αυτή είναι η μαγεία, ότι ποτέ δεν θα στερέψει η φαντασία, ποτέ δε θα στερέψουν οι ιστορίες. Κληρονόμησα που λες τα βιβλία του Ιούλιου Βερν. Κληρονόμησα την αγάπη για την μουσική, την αγάπη για τον κινηματογράφο, και την παραξενιά του καλλιτέχνη. Αυτή την ανάγκη να φεύγω από την καθημερινότητα, να παράξω κάτι άλλο, μια μαγεία που πάντα αναζητώ, αυτό το δικό μου σύμπαν, να το δημιουργώ και να μπαίνω μέσα και εγώ, ίσως κάποτε και εσύ..

 

 

Πέμπτη 9 Νοεμβρίου 2023

εξομολογήσεις μιας γάτας

 

Εξομολογήσεις μιας γάτας

Ρώτησαν μια γάτα τι είναι το νόημα της ζωής. Ρώτησαν και εμένα κάποια στιγμή.  Τελευταίως το χω χάσει και ψάχνω πάλι να το βρω μια μοιάζει διαφορετικό από την προηγούμενη φορά.  Ετσι παθαίνω πάντα, μέχρι να μπω στo καλάθι μου και να ξαναβγώ το νόημα αλλάζει.

Την τελευταία φορά ήθελα να κάνω τους ανθρώπους να νοιώσουν καλύτερα. Να κάθομαι εκεί στα πόδια τους και να τους αφήνω να με χαιδεύουν και να κάνω γκρρρ γκρρρ. Με αυτόν τον τρόπο ο κύριος μου νιώθει ότι του «κάθομαι» είμαι πειθήνια και υπάκουη και όχι μόνο αυτό, τον αφήνω να με αγγίζει, και κάνω και το γκκρ γκρρ από πάνω, ένδειξη ευχαρίστησης. Πολύ το χαίρονται οι άνθρωποι όταν οι γάτες κάνουν αυτόν τον ήχο.

Μου λείπει ο γάτος μου και ο κύριος μου δεν με αφήνει να βγω. Μα είναι μέρες που τρελλαίνομαι και κοιτάζω έξω από το παράθυρο. Ο γάτος είναι εκεί απέναντι και με περιμένει.  Στις αρχές νιαούριζε τα βράδια αλλά μετά από ένα δυο μπουκάλια νερό που του πέταξαν οι γείτονες το έκοψε. Καλός ο έρωτας αλλά το νερό το σιχαίνεται. Δεν φεύγει όμως κάθεται εκεί.  Και εγώ μέσα τον κοιτάζω . Με μυρίζεται στον αέρα και μυρίζομαι και εγώ εκείνον. Είναι ανάμεσα μας όμως το γυαλί, η πόρτα και το λουρί.

Με ρώτησαν ποιο είναι το νόημα. Ποιο ήταν το νόημα για μια γάτα; Να σκοτώνει ποντίκια, να κυνηγάει τα βράδια και να γυαλίζουν τα μάτια της στο σκοτάδι, όπως τα άλλα αιλοροειδή. Πέρασαν τα χρόνια όμως και μας άλλαξαν το νόημα. Και τώρα υπάρχουμε για να τρώμε πατέ, να κατουρούμε μέσα σε κασόνια μια ειδική άμμο, να παίζουμε με κουβάρια με μαλλί και να κάνουμε γκρρρ γκρρρρ, άμα μας έρθει η όρεξη, γιατί μας έχουν αφήσει και μια ας την πούμε πρωτοβουλία.

Με πιάνουν όμως κάτι αναλαμπές, κληρονομημένη μνήμη λένε και θέλω να δαγκώσω το χέρι αυτού που μου χει βάλει το λουρί να του φύγω και να πάω έξω να κάνω εκείνον τον παλιοχαραχτήρα τον κεραμιδόγατο και να τον αφήσω να μου κάνει το τρίχωμα άθλιο πέρα ως πέρα.  Σκεφτόμουν τα γλέντια που θα κάναμε, τις στέγες που θα ανεβαίναμε, τα ποντίκια και τις σαύρες που θα σκοτώναμε, έστω θα σκότωνε εκείνος και για τους δυο μας και μετά … Χθες πλησίασε στο παράθυρο, ακούμπησε την μουσούδα του στο γυαλί και εγώ ακούμπησα την δική μου στο ίδιο σημείο, ήταν η μοναδική φορά που ήρθαμε τόσο κοντά. Και μετά ο γάτος έφυγε.. δεν νομίζω να έρθει ξανά πίσω, η μύτη του κυνηγάει μια άλλη μυρωδιά.

Λες να έχω την ίδια λαχτάρα να δραπετεύσω τώρα που κανένας δε με περιμένει; Είναι κι αυτός εκεί πέρα που με λαχτάρα με χαιδεύει κάθε βράδυ, αυτόν ποιος θα τον παρηγορεί; με αγαπάει το ξέρω, κάνει τόσα για μένα, το καλύτερο φαί μου φέρνει, έχω τα πάντα, το ζεστό μου καλάθι, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και ψυχαγωγία, τα παιχνίδια μου, το πόδι του, το χέρι του, το σβέρκο του, την κοιλιά του, τις ζεστές του ανάσες… Αν, αν, πάλι έκανα μια διαπραγμάτευση μαζί του, να βγαίνω λίγο και μετά να έρχομαι πίσω;

Μα που να τολμήσω, μια φορά βγήκα λίγο πιο έξω στην αυλή και έπαθε αμόκ. Με πήρε για έλεγχο μπας και κόλλησα ψύλλους, μπας και έπιασα καμιά αρρώστια και κόντεψε να αρρωστήσει και ο ίδιος. Άσε, δεν είμαστε για πειραματισμούς, αν θα φύγω θα πρέπει να φύγω για τα καλά.

Κάποτε με ρώτησαν ποιο είναι το νόημα της ζωής, αλλά την ώρα που το αναλογιζόμουν, ο «κύριος» μου άνοιξε μια κονσέρβα και μοιάζει να ναι η αγαπημένη μου γεύση, ξέρεις το φαί μου ο «κύριος» μου, μου το ζεσταίνει, σε συγκεκριμένη θερμοκρασία, την ονομάζει θερμοκρασία, θαλπωρής, ούτε πολύ ζεστή, ούτε καυτή, είναι άνετη και καταπίνεται εύκολα. Και το λουρί μου ο κύριος μου δεν μου το έχει πολύ σφικτά, τόσο όσο, να ξέρω ότι του ανήκω αλλά να μην πνίγομαι κιόλας…. Α ναι, με ρώτησαν ποιο είναι το νόημα της ζωής και την ώρα που το αναλογιζόμουν, αποκοιμήθηκα χορτάτη πάνω στα γόνατα του, και έτσι όπως έκλεινα νυσταγμένη τα μάτια μου, θυμήθηκα τα μάτια του γάτου μου, ο γάτος μου έφυγε, στο είπα ναι; έφυγε

 


 

Τετάρτη 8 Νοεμβρίου 2023

το φίδι

 

Κάποτε μου θυμίζει η ζωή εκείνο το παιχνίδι με τις σκάλες και τα φιδάκια, το θυμάσαι; Που ανέβαινες ζάρι το ζάρι και νούμερο το νούμερο και έφτανες σε μια σειρά ψηλά και μετά σε έτρωγε το φίδι και πάλι τρεις τέσσερις σειρά πιο κάτω. Έτσι και η ζωή, νομίζεις πως ξεπέρασες πράγματα, νομίζεις ότι δυνάμωσες και μετά σου δίνει μια, και πάλι πίσω και όλα εκείνα που πάλεψες να νικήσεις να τα και πάλι μπροστά σου. Νόμιζα ό,τι είχα γίνει πιο συνειδητοποιημένη, πιο δυνατή, δεν είχα τάσεις για τα ίδια, τα προ δεκαετίας, εκείνα που με μείωναν σαν άνθρωπο, εκείνα που μου αφαιρούσαν από αξία. Και όμως, ένα δάγκωμα είναι αρκετό, άνθρωπος, άνθρωπος και η τάση είναι πάντα εκεί για να γίνεις και πάλι κάτι άλλο. Και για τον αλκοολικό ένα ποτήρι λέει είναι αρκετό για να γίνει και πάλι αλκοολικός. Δεν ξέρω γιατί ήρθε και πάλι αυτή η συγκυρία, να όμως που ήρθε και μου έδειξε πόσο λάθος είχα που νόμιζα ότι τα είχα όλα υπό έλεγχο. Τα είχα όλα εκτός από ένα. Να παρασύρομαι από τις φωνές των «γοργόνων» όταν μου λένε όμορφα λόγια και μου δίνουν σημασία.  Να πιστεύω στα ψέματα. Να πιστεύω ότι θα κτίσω κάτι γερό όταν από κάτω έχει βάλτο. Να πιστεύω ότι υπάρχει λίγο λευκό σε ανθρώπους που μου δείχνουν χωρίς καμιά ενοχή το μαύρο της ψυχής τους. Να είμαι αφελής. Να είμαι ευκολόπιστη. Να είμαι βλάκας. Εγώ είμαι η σκάλα που ανυψώνει την ψυχή μου και εγώ είμαι το φίδι που με τρώει !

Πέμπτη 2 Νοεμβρίου 2023

αβαταρ

Το άσχημο με τους σβησμένους διακόπτες έιναι ότι δεν αντιλαμβανόμαστε πότε έσβησαν. Ζούμε σε μια εποχή βλέπεις, που μας τσάκισε ο καπιταλισμός. Είναι η εποχή που δουλεύεις σκληρά, αγχώνεσαι πολύ και η ανάσα γίνεται διακεκομμένη αναπνοή. Σιγά σιγά οι κινήσεις σου γίνονται όλο και περισσότερο μηχανικές, το αυτοκίνητο ξέρει τον δρόμο για την δουλειά, ο καναπές έχει πάρει το σχήμα του σώματος σου, το δέρμα σου μένει ανέγγικτο, το σώμα σου ανέραστο, η ψυχή σου θλιβερή, ο ζωή σου χωρίς νόημα, το μυαλό σου κενό. Μετατρέπεσαι αργά και ανώδυνα σε να άβαταρ που δουλεύει σε μια δουλειά που μισεί, για να επιστρέψει σε ένα σπίτι που συγκατοικούν και άλλα άβαταρ.

Και εκείνη ήταν ένα άβαταρ αλλά της εγκατέστησαν καταλάθος στις εργοστασιακές της προδιαγραφές και ερωτισμό, κάτι που μόνο οι κανονικοί άνθρωποι ένιωθαν. Και εκείνη ήθελε να ξανανιώσει ζωντανή, ζήλευε τους πραγματικούς ανθρώπους.
Σαν τα ζόμπι που πετάγονται απο΄τους τάφους τους, πετάγεται από μέσα της αυτός ο απ-έθαντος ερωτισμός και τα πάντα γίνονται πάθος. Τηλεφωνά κατά καιρούς στην εταιρία υποστήριξης και παραγγέλει μια εργοστασιακή αναβάθμιση.

- Ναι γεια σας. Εδώ μοντέλο 261 του 76 . Υπάρχει μήπως κάποια αναβάθμιση για εμάς ; Όχι άλλο πένθος μαλάκα προγραμματιστή, δώσε μου πόθο και πάθος. Ξύπνα, τώρα, σήμερα, δεν έχουμε πολύ καιρό. ........................................................Πόσο κοστίζει ; Ηλίθιε ! Κλεινει την γραμμή νευριασμένη.

Τον κοιτάζει έτσι όπως κάθεται στην μονή πολυθρόνα, τον συντροφο-άβαταρ της, πάει καιρός που κάθεται μόνος εκεί, μακριά της. Έχουν βγάλει σχεδόν χαρτιά ιδιοκτησίας, εκείνος στην μονή, εκείνη στον διπλό καναπέ. Εκεί φορτίζονται ο κάθε ένας ξεχωριστά στην δική τους ηλεκτρονική εισδοχή, εκείνος είναι διπολικός και εκείνη τριπολική.

Εκείνος στην αριστερή πλευρά του κρεβατιού, εκείνη στην δεξιά και το Γραντ Κάνυον στη μέση. Άλογα πόθου καλπάζουν σε αυτό τα απέραντο ρήγμα μα ψοφούν νεκρά στη μέση.
Σε θέλω άβαταρ μου, ξύπνα.
Τον κοιτάζει όπως κάθεται στην καρέκλα μπροστά από τους υπολογιστές, μπροστά στην μεγάλη κονσόλα. Τον πλησιάζει αργά, σκύβει το κεφάλι της και φυσά απαλά στον λαιμό του.
Σε θέλω άβαταρ μου, ξύπνα. Εκείνος ούτε και σήμερα κατάλαβε τίποτα.
Δεν φαντάστηκα ποτέ ότι θα ήταν τόσο διαολεμένα ελκυστικός ένας αντρικός λαιμός, όταν τον κοιτάζεις απο δύο μέτρα απόσταση από πίσω.
Αν δε με ήξερα καλά, θα υποψιαζόμουν ότι αντί για άβαταρ μου έβαλαν στις βασικές μου προδιαγραφές λειτουργίες βαμπίρ. Η μήπως είμαι και δεν τον ξέρω. Εχω χάσει και το μάνιουαλ.
Θέλω να τον δαγκώσω αλλά είναι αυτή η επιθυμία τόσο διεγερτική που κάνει την αναμονή ακόμα τόσο πιο διεγερτική και στέκομαι, πάνε κάτι χρόνια τώρα, πίσω του , τις ώρες που κάθεται πίσω από αυτόν τον υπολογιστή και κάθομαι εκεί στην άκρη κρυμμένη σαν παλιό πεταμένο φωτιστικό και στάζουν όλα επάνω μου. Και αυτό μου κάνει ζημιά, γιατί όταν στάζουν τα άβαταρ σκευρώνει το μέταλλο μας, κι ας μας έχουν πει δήθεν ότι είμαστε κατασκευασμένοι από ανοξείδωτο μέταλλο.
Κάποιες φορές νομίζω ότι θα γυρίσει και θα με δει και αν κάνει κάποια παράξενη κίνηση, κρύβονται ενστικτωδώς οι κυνόδοντες μου και κάνω μισό βήμα και πάλι πίσω από την ρουτίνα. Αλλά εκείνος είναι τόσο αφοσιωμένος εκεί, στην οθόνη του, και εγώ σαν κερί δύο μέτρα πίσω του στάζω και λιώνω.
Σήμερα τόλμησα και τον πλησίασα, άγγιξα τον ώμο του ενώ καθόταν και πάλι μπροστά από τις οθόνες του. Ήταν παγωμένος και έκανε μια κίνηση αποστροφής λες και ήταν το χέρι μου μύγα ή κουνούπι που ήθελε να διώξει. Ήταν τόσο παγωμένος.

- Αγάπη μου, νομίζω μου πέθανες, είπα και έβγαλα τους κυνόδοντες μου έξω.

Εσκυψα αργά, έσπρωξα απαλά το κεφάλι του δεξιά και πλησίασα τον λαιμό του. Τον δάγκωσα αργά. Εσφιξε τα χέρια του πάνω στον πάγκο και τα μάτια του γέμισαν δάκρυα και άφησε ένα μικρό αναστεναγμό πόνου. Πέρασαν τριάντα τρία δευτερόλεπτα.

-Σε θέλω αγάπη μου, ξύπνα, μετουσίωνα στις συνάψεις του εγκεφάλου του την οδηγία.
Γύρισε αργά την καρέκλα του προς το μέρος μου και το βλέμμα του επιτέλους με έβλεπε. Δεν υπήρχαν στις κόρες των ματιών του πια αριθμοί, υπήρχε ένα ολόγυμνο σώμα.
Μαρίνα Σαβεριάδου * μικρές * αντι-αβαταρ-ιστορίες
do androids dream of electric sheep * Philip K DIck *

Mind games

  Του έστειλε μήνυμα στο κινητό μια φωτογραφία με το σβέρκο της σημαδεμένο, μελανιασμένο, ένα σημάδι όπως τότε, όπως αυτό που της έκανε εκεί...