Τετάρτη 22 Αυγούστου 2018

μια ανάσα "αγάπης"

Μου λείπεις.. ξέχασα να στο πώ, γλύτωσε από τα χέρια μου μια φωτογραφία. Ξέρεις τι, όταν βάλεις το κινητό στον υπολογιστή να φορτίσει σε ρωτάει αν θες να κατεβάσει όλα τα δεδομένα.. και λέω, ας τα κατεβάσω, και κατεβάζει από άκρη ότι έχει στη μνήμη, και αυτά που διέγραψες δεν ξέρω πώς γίνεται αυτό.. μπαμ, ξανά μπροστα μια φωτογραφία από την Μπέλα μου την τελευταία νύχτα πριν μας πεθάνει.  Άκουγα για αυτούς που κλαίνε όταν πεθάνουν τα κατοικίδια τους και λέω καλά ρε πώς κάνετε έτσι, μέχρι που πέθανε και το δικό μου και κατάλαβα γιατί κάνουν έτσι.  Τη θυμάμαι συχνά πυκνά, ειδικά την ώρα που πάω να ξαπλώσω. Την ώρα που πήγαινα στο δωμάτιο μου, ερχόταν, στεκόταν έξω από την πόρτα και την γρατζούνιζε με το ποδαράκι της για να της ανοίξω. Και εγώ σηκωνόμουν, της άνοιγα, έμπαινε μέσα κυρία και τρύπωνε κάτω από το κρεβάτι και κοιμόταν εκεί. Μόλις σηκωνόμουν, ξετρύπωνε και αυτή και βγαίναμε έξω μαζί. Τα μεσημέρια το ίδιο. Τον Χειμώνα την έβαζα μαζί μου να κοιμηθεί, είχε την κουβερτούλα της στην αριστερή πλευρά του κρεβατιού και ερχόταν στο δωμάτιο, στεκόταν κάτω από την πλευρά της και περίμενε και της έλεγα έλα και πεταγόταν πάνω.  Εγώ που κρύωνα την έπιανα λίγο αγκαλιά και όπως την κρατούσα ένιωθα την καρδούλα της να χτυπά μέσα στην παλάμη μου. Αν γύριζα στο δεξί πλευρό την κρατούσα από το δεξί, όταν ερχόταν η ώρα να γυρίζω από το άλλο πλευρό και η Μπέλλα μαζί μου, από την άλλη…. Και όπως την έβαζα και όπως την κρατούσα, έμενε, συνέχιζε τον ύπνο της κανονικά, ίσως είχε και εκείνη ανάγκη τις αγκαλιές, ποιος ξέρει. Η αλήθεια είναι ότι ποτέ δεν αγάπησα άλλο σκυλάκι σαν αυτήν, ακόμα και το άλλο που έχουμε δεν τον αγάπησα όσο αυτήν.. δεν ξέρω γιατί, ή μάλλον ξέρω γιατί, αυτή της μιλούσες και καταλάβαινε, υπάκουη, φρόνιμη, νταξ είχε και κάτι τάσεις φυγής ..

Χτες πέρασε από το δρόμο μου η γειτόνισσα μου, μια Εγγλέζα με δύο σκυλιά. Η Μπέλλα είχε το συνήθειο να το σκάει από το σπίτι μας και να φεύγει να πηγαίνει στο σπίτι της Εγγλέζας και να κοιμάται στην κουζίνα της. «ο μικρός σου Χουντίνι, ξαναήρθε πάλι» μου έλεγε η Εγγλέζα και εγώ χαμογελούσα. Ο μικρός μου Χουντίνι δεν θα ξανάρθει της είπα χτες… και αυτή η απόλυτη απώλεια που δεν έχει επιστροφή, αυτή η μη αναστρέψιμη απώλεια .. σε κάνει να αναθεωρείς πολλά πράγματα!

Όταν σχολάσω και πάω σπίτι, τώρα περιμένει μόνο ο Σκάμπι και πώς περιμένει, σιωπηλός με το παιχνίδι του στο στόμα. Γιατί ο Σκάμπι το μόνο που θέλει είναι να του πετάς το παιχνίδι του και να πηγαίνει να το φέρνει. Ενώ η Μπέλα, πίσω από την εξώπορτα, γαύγιζε και σχεδόν έκλαιγε όταν ερχόμουν σπίτι, πεταγόταν πάνω στα πόδια μου και έκαμνε παράπονα λες και είχε μέρες να με δει.
Κάποτε, το μεσημέρι, όταν σχολάσω και πάω στο δωμάτιο μου να ξαπλώσω, περιμένω να ακούσω γρατσουνίσματα πάνω στην πόρτα, και κάποτε νομίζω ότι είναι ακόμα κάτω από το κρεβάτι. χμ, είναι παράξενο πράγμα η οριστική απώλεια, σου επιβάλλεται με έναν τρόπο πολύ σκληρό, κανένας δε σε ρώτησε, απλά έτσι, σου λέει η ζωή, πάρτο και και χειρίστου το όπως θέλεις.. deal with it !! τελείωσε

ο μικρός μου Χουντίνι έφυγε, έτσι απροειδοποίητα και ναι ήταν μόνο ένα μικρό σκυλάκι αλλά αυτό το μικρό σκυλάκι μου έδινε για πεντέμιση χρόνια απίστευτη αγάπη ! ο θρήνος της απώλειας είναι σχεδόν πάντα μεταχρονολογημένος, την στιγμή που συμβαίνει η απώλεια δεν αντιλαμβάνεσαι, πρέπει να περάσει καιρός, να ζήσεις την έλλειψη, να γυρίσεις το κεφάλι δεξιά και αριστερά και κάτι "λείπει"  Κάτι λείπει, κάτι λείπει, κάποιος λείπει, είμαστε μείον ένας, μείον, δύο, μείον τρεις... ερημώνει το σπίτι, μείναμε εγώ και το μωρό και ο ένας σκύλος, ο αναίσθητος, ο κουρούππετος που ζει στον κόσμο του, που ξέρω ότι τώρα με νευριάζει γιατί έφυγε η αγαπημένη μου και έμεινε αυτός, αλλά ξέρει ότι καταβάθος τον αγαπώ ! Τις απώλειες μου μέσα, τώρα βρήκες και εσύ να λείπεις ρε αγάπη!

Ίσως το «αγάπη» μου καμιά φορά η άνθρωποι να το βρίσκουν βαρύ και ασήκωτο και όταν τους το λες να θέλουν να το αποποιούνται γιατί μοιάζει να απαιτεί κάτι από εκείνους.. δεν συνοδεύεται πάντα με μια απαίτηση το «αγάπη» μου. Συγνώμη μου ξέφυγε, λές μετά για να δικαιολογηθείς, γιατί θεωρητικά δεν έχεις δικαίωμα να λες στον άλλο "αγάπη" μου αλλά στην πραγματικότητα δεν σου ξέφυγε, το λες γιατί το νιώθεις, κι αν δεν το ένιωθες δεν θα γύριζε η γλώσσα σου να το πεις, το "αγάπη" μου δεν βγαίνει με το ζόρι. Και μετά από δέκα χρόνια να δεις κάποιον, "αγάπη μου" θα πεις, κι αν συγκρατήσεις τη λέξη μέσα στο στόμα σου μέσα σου ήδη θα το έχεις νιώσει.. κάποτε όμως το λες, και καμιά φορά το προφέρεις, έστω και παραβιάζοντας την μεταξύ σας απόσταση,  όχι γιατί ο άλλος έχει τόσο ανάγκη να το ακούσει, αλλά γιατί εσύ έχεις ανάγκη να το πεις. Και είναι αυτό το να χεις σε κάποιον να πεις «αγάπη μου» τόσο ουσιώδες και απαραίτητο όσο ο αέρας που αναπνέεις… Η ανάγκη να πεις «αγάπη μου» να πεις καλημέρα, να νοιαστείς, να αγκαλιαστείς, να απλώσεις το χέρι και να το βάλεις σε ένα άλλο χέρι.. κάτσε εξήγα τώρα στις ανάγκες σου, ότι δεν πληρούνταν οι προδιαγραφές.. 

Κάτσε εξήγα σε ένα ορφανό που στέκει πίσω από τα κάγκελα ενός ιδρύματος  ότι δεν θα έρθει κανένας να το πάρει ούτε και σήμερα ..

Κάποτε έγραψα ένα ποίημα για τα ορφανά και πώς εκείνα μαζεύουν δυνάμεις και αντέχουν την ορφάνια τους όταν στο ίδρυμα που ζουν, έρχονται νεότερα ορφανά και αναλαμβάνουν τα μεγαλύτερα να παίξουν τον ρόλο της μάμας και του παπά για τα μικρότερα.. ξέρεις κάτι όμως. Καθένας την «ορφάνια» του την κουβαλά όσους ρόλους και αν αναλάβει, όσο απαραίτητος και αν πείσει τον εαυτό του ότι είναι, όσα υψηλά ιδανικά και αν υπηρετεί. Ο καθένας την «ορφάνια» του την κουβαλά, όσο συνειδητοποιημένος και αν είναι, ή έχει τα αρχίδια να το παραδέχεται , ή το κρύβει βαθιά μέσα του σαν επτασφράγιστο μυστικό.

Κοιτάζεις στα μάτια κάποιου και είναι το πρώτο που βλέπεις.. την ορφάνια του. Και την ανάγκη του να αγαπηθεί. Γίνεται ένα στιγμιαίο ζύγισμα και αμέσως ξέρεις ποιος θα υιοθετήσει ποιον, σε αυτή τη σχέση ποιος θα είναι ο γονιός και ποιος το παιδί, ποιος θα είναι ο ασθενής και ποιος θα περιθάλπτει, όλα αυτά που παζαρεύονται μέσα μας όταν μπαίνουμε σε μια σχέση, φιλική ή ερωτική.  Και οι ρόλοι δεν έχουν να κάνουν με τις ηλικίες. Ένα συναισθηματικό πάρε δώσε που λειτουργεί επιτυχημένα όταν δίνεις και παίρνεις ισόποσα.  Δίνεις ηδονή, παίρνεις θαυμασμό, δίνεις φροντίδα, παίρνεις σημασία κλπ

Όταν λοιπόν είσαι αρκετά συνειδητοποιημένος και ώριμος για να παραδέχεσαι μέσα σου τι σου συμβαίνει πραγματικά, όταν λες «μου λείπει» κάποιος στην ουσία αυτό που σου λείπει ήταν εκείνο που σου έδινε ο συγκεκριμένος. Δηλαδή κάτι που μπορούσε μόνο ένας συγκεκριμένος άνθρωπος, με τον δικό του τρόπο, τη δική του φωνή, τα δικά του  τα χαραχτηριστικά σαν κουμπάκια που πατά κάποιος. Κουμπιά όμως όχι δικά σου, είναι κουμπιά συγκεκριμένα που εκείνος τα δημιούργησε και που ανάβουν σαν τα λαμπάκια του φωτεινού παντογνώστη μόνο κάτω από τα συγκεκριμένα δάχτυλα. Συνάψεις εγκεφαλικές που προκύπτουν από ένα πάρε δώσε μεταξύ δύο συγκεκριμένων ανθρώπων που έχουν μια συγκεκριμένη επικοινωνία που έχουν αναπτύξει μεταξύ τους, που δεν θα υπάρξει ποτέ με κανέναν άλλο άνθρωπο. Συγκεκριμένοι ήχοι, δικά τους αστεία, αγγίγματα, βλέμματα, μια επικοινωνία που προχωρά πολύ πέραν της λεκτικής.

Όταν σου «λείπει» κάποιος, σου λείπει εκείνο που υπήρχε μεταξύ σας, σου λείπει ο εαυτός σου όπως ήταν όταν συνηπήρχε με αυτόν τον άνθρωπο, ένα κομμάτι του εαυτού σου που γεννιόταν δίπλα του. Έτσι όπως ήσουν μαζί του δε θα είσαι ποτέ με κάποιον άλλο. Γι αυτό οι άνθρωποι αφήνουν τις γέφυρες εκεί, έστω και αν δεν θα τις περάσουν ποτέ ξανά εντελώς, γι αυτό και τους βλέπεις να κρατιούνται από μια λεπτή κλωστή, έστω και αν ξέρουν ότι δε θα ξαναδούν ποτέ ολόκληρη την ίδια ταινία, τους βλέπεις να παίζουν μια μικρή σκηνή, λίγων δευτερολέπτων … ένα μήνυμα κάθε μια στο τόσο… σαν τους σφουγγαράδες που ανεβαίνουν για μια ανάσα πριν ξαναβυθιστούν και πάλι.. μια ανάσα «αγάπης» να αντέξουμε αυτόν τον μαύρο βυθό της μιζέριας μας, μια διαβεβαίωση, ότι «υπήρξαμε» και αφού «υπήρξαμε» ίσως «υπάρξουμε» και πάλι και αν έχουν ανάγκη οι άνθρωποι να πουν ένα «αγάπη μου» όταν δεν πληρούνται πια οι προδιαγραφές, είναι που αυτές οι αμετάκλητες απώλειες  τους τρομάζουν.

Αυτές οι αμετάκλητες απώλειες τρομάζουν και τα κενά μας ανοίγουν τρύπες στα σώματα μας,
κοιτάζεις το ένα δωμάτιο, το ένα μωρό έχει φύγει, κοιτάζεις το κρεβάτι, κάποιος λείπει, κοιτάζεις το τραπέζι, από τις έξι καρέκλες, οι τέσσερις μένουν άδειες, κοιτάζεις το χέρι σου και λείπει το δικό της και ενώ σε όγκο είσαι ίδιος, λείπει το περίγραμμα σου..

Μη θυμώνεις με τον εαυτό σου αν κάποτε δεν αντέχονται οι απώλειες, δεν είσαι αδύναμος χαραχτήρας, ούτε ζητιανεύεις αγάπη

Ακριβώς όπως το ορφανό την πρώτη γυναίκα που θα του δώσει αγάπη θα την πει "μάμα" ή το μωρό που δεν έχει αγκαλιά να μπει μέσα, θα ψάξει για μια άλλη αγκαλιά, κι αν δεν βρει άλλη αγκαλιά, θα πάρει αγκαλιά ένα αρκουδάκι, ας είναι και παλιό και αν δεν βρει αρκουδάκι, θα πάρει το σεντονάκι του και θα το φέρει στο προσωπάκι του να τρίβει απαλά να παρηγορηθεί..μετά μεγαλώνεις (υποτίθεται) ...ψάχνεις παρηγοριά, σε μια αγκαλιά, και αν δεν βρεις αγκαλιά, θα παράξεις ψευδαισθήσεις, αγνώστους με παρόμοιες ανάγκες, να σου πουν και να ακούσεις,  θα στείλεις ένα μήνυμα, θα ψάξεις μια φωτογραφία, θα φέρεις στη μνήμη σου την τελευταία σου όμορφη ανάμνηση, τότε που ένιωσες ότι αγαπιέσαι... ένα "μου λείπεις αγάπη " !!

























Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

12 12

  Το σημερινό μου άρθρο απευθύνεται στους μονογονιούς τζιαι στους ανθρώπους που εδεχτήκαν βία Μετά από τον ντόρο και την φασαρία στα μίντια ...