ΣΚΗΝΗ 1η
|
( Αίθουσα δικαστηρίου, απόηχος από
φωνές στο χώρο, χτύπημα σφυριού δικαστή)
|
Δικαστής
|
Ησυχία
παρακαλώ !
Κύριε
Κωνσταντίνου, παρακαλώ όπως εγερθείτε μαζί με τον κατηγορούμενο προς ανακοίνωση της
απόφασης του δικαστηρίου.
|
|
|
Αλέξανδ
|
Μάλιστα
εντιμότατε.
|
|
(ακούγεται η δαχτυλογράφος )
|
Δικαστής
|
Διά
την αγωγή 13339/2015 που εκδικάζεται
σήμερον 25η Μαίου 2016 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας, το
δικαστήριο τούτο διά του παρόντος κρίνει τον κατηγορούμενο Στέφανο Αντωνίου
ως ένοχο διά τον φόνο της Ευτυχίας Αντωνίου, και τον καταδικάζει εις ισόβια
φυλάκιση χωρίς αναστολή.
|
|
|
ΣΚΗΝΗ 2η
|
(στις κεντρικές φυλακές, ο φρουρός
οδηγεί τον Στέφανο στο κελί του, ακούγονται βήματα και κλειδιά)
|
|
|
Σταύρος
|
Πέρασε
μέσα. Εδώ είναι το νέο σου δωμάτιο. Κι αυτός ο νέος σου συγκάτοικος.
(Δυνατά) Ε, κύριε
Μανώλη, σου έφερα νέο κανακάρη να χεις παρέα.
Φρέσκος φρέσκος, μόλις παραλήφθηκε.
|
|
|
(ακούγεται η σιδερένια πόρτα του
κελιού που κλείνει και τα βήματα του φρουρού)
|
|
|
Μανώλης
|
Καλωσόρισες. Πώς σε λένε;
|
|
|
Στέφανος
|
Δεν
έχω όρεξη για κουβέντες. Άσε με στην ησυχία μου.
|
|
|
Άλλη μέρα
|
|
|
Μανώλης
|
Καλημέρα.
Κοιμήθηκες καλά;
|
|
|
Στέφανος
|
Την
καλημέρα που την είδες;
Ούτε
πότε ξημερώνει καταλαβαίνεις εδώ μέσα ούτε πότε νυχτώνει.
|
|
|
Μανώλης
|
Με
τον καιρό μαθαίνεις. Βλέπεις το μικρό παράθυρο εκεί; Όταν ξημερώνει μπαίνουν λίγες αχτίδες απ
εκεί, με τα χρόνια τα μάτια καταλαβαίνουν την διαφορά στο φως. Και εκεί το
ψυγείο του νερού στο διάδρομο, αρχίζει να φαίνεται η σκιά του στις έξι
ακριβώς.
|
|
|
Στέφανος
|
Πολύ
μιλάς, να φάμε τίποτα έχεις; Πεινώ.
|
|
|
Μανώλης
|
Θα
προγευματίσουμε σύντομα. Κάνε υπομονή.
|
|
|
Στέφανος
|
Δεν
έχεις κάτι πρόχειρο εδώ να φάω;
|
|
|
Μανώλης
|
Λίγες
σταφίδες, ορίστε δικές σου αν μου πεις το όνομα σου.
|
|
|
Στέφανος
|
Στέφανο
με λένε. Και τώρα δώσε μου τις σταφίδες.
|
|
|
Μανώλης
|
Να
ζήσεις.
|
|
|
Στέφανο
|
Να
ζήσω; Τώρα με κοροιδεύεις πρωί πρωί ή έχεις όρεξη για αστειάκια;
Ζωή
το λες αυτό; Κλεισμένος στους τέσσερις τοίχους ισόβια;
|
|
|
Μανώλης
|
Σε
ισόβια καταδικάστηκες;
|
|
|
Στέφανο
|
Ισόβια
ανάθεμα με. Χίλιες φορές να με καταδίκαζαν σε θάνατο και να με οδηγούσαν στο
εκτελεστικό απόσπασμα παρά ισόβια.
|
|
|
Μανώλης
|
Οι
πρώτες μέρες είναι δύσκολες, μετά συνηθίζεται, θα δεις
|
|
|
Στέφανο
|
Η
φυλακή ίσως να αντέχεται , όχι όμως οι τύψεις. Αυτές ούτε συνηθίζονται, ούτε
αντέχονται, ούτε γιατρεύονται. Είναι ανοιχτές πληγές που πονάνε κάθε μέρα και
όμως δεν μπορείς να πεθάνεις να γλυτώσεις από τον πόνο.
|
|
|
Μανώλης
|
Αυτές
ναι.. με αυτές πρέπει να μάθεις να ζεις.. όπως ο κάθε ένας με τις δικές του. Προσπάθησε όμως να καταφέρεις να συγχωρήσεις
τον εαυτό σου
|
|
|
Στέφανος
|
Ποτέ
δεν θα τον συγχωρέσω. Αυτό που έκανα ήταν ότι πιο ασυγχώρητο.
|
|
|
Μανώλης
|
Τι
ήταν αυτό που έκανες και ήταν τόσο ασυγχώρητο γιε μου;
|
|
|
Στέφανος
|
Μη
με λες γιο σου! Είμαι ορφανός , ο
πατέρας μου πέθανε πριν χρόνια και τη μάνα μου τη σκότωσα τη μέρα την μέρα
των γενεθλίων μου
|
|
|
ΣΚΗΝΗ 3η
|
|
|
Σταύρος
|
(δυνατά)
Στέφανος Αντωνίου. Έχεις επισκεπτήριο.
|
|
|
Στέφανος
|
Ποιος
;
|
|
|
Σταύρος
|
Κοστουμαρισμένος
, με χαρτοφύλακα, φακέλους, δικηγόρος θα είναι.
|
|
|
|
(πόρτα που κλείνει)
|
|
|
Αλέξαν
|
Γεια
σου Στέφανε. Κάθισε. Τι κάνεις;
|
|
|
Στέφανος
|
Τι
να κάνω εδώ μέσα; Δε βλέπεις; Ψάρεμα,
κυνήγι, σπορ, εκδρομές..
|
|
|
Αλέξαν
|
Χαίρομαι
που έχεις όρεξη για χιούμορ αλλά έχω κάτι σοβαρό να σου πω.
|
|
|
Στέφανος
|
Λέγε.
|
|
|
Αλέξανδ
|
Λοιπόν,
Στέφανε, σχετικά με την υπόθεση σου.
Ξέρεις ότι η απόφαση του δικαστηρίου ήταν χωρίς αναστολή και
προχωρήσαμε με έφεση στο ανώτατο.
|
|
|
Στέφανος
|
Το
ξέρω, λοιπόν
|
|
|
Αλέξανδ
|
Δυστυχώς,
παρόλο που παρουσιάσαμε επιπλέον στοιχεία και τονίσαμε το γεγονός ότι η πράξη
έγινε κάτω από την επήρεια των
ναρκωτικών, παρόλα αυτά το ανώτατο…
|
|
|
Στέφανος
|
(γέλιο)
Κάτω από την επήρεια των ναρκωτικών. Κι αυτό περίμενες να το δουν ως
ελαφρυντικό; «Άσε τον να λιώσει εκεί μέσα» αυτό αποφάσισε ο δικαστής του
Επαρχιακού και συμφώνησε και το Ανώτατο. Μη συνεχίζεις ..
|
|
|
Αλέξανδ
|
Είμαι
υποχρεωμένος να σε ενημερώσω και επισήμως
|
|
|
Στέφανος
|
Συνέχισε
λοιπόν αφού πρέπει να τα ακούσω και επισήμως..
|
|
|
Αλέξανδ
|
Σε
ενημερώνω ότι το ανώτατο δικαστήριο έχει απορρίψει την έφεση και..
|
|
|
Στέφανος
|
Και,
θα παραμείνω κλεισμένος σε αυτήν την παλιό-τρυπα ισόβια, αυτό..
Ευχαριστώ
πολύ για την ενημέρωση, να πας στο καλό.
|
|
|
Αλέξανδ
|
Στέφανε.
Σε παρακαλώ. Δεν θέλω να απελπίζεσαι.
Ίσως αλλάξει κάτι στην πορεία.
|
|
|
Στέφανος
|
Άστο
Αλέξανδρε, εσύ έκανες τη δουλειά σου, χάσαμε, απλά. Ποιο δικαστήριο θα έδινε
δεύτερη ευκαιρία σε κάποιον που σκότωσε τη μάνα του;
|
|
|
Αλέξανδ
|
Δεν
σημαίνει ότι εδώ τέλειωσαν όλα. Τίποτα δεν είναι απόλυτο. Δεν θα παρατήσω την υπόθεση σου. Δε θα σε
εγκαταλείψω Στέφανε.
|
|
|
Στέφανος
|
Αλήθεια
Αλέξανδε; Είναι εύκολο να δίνεις στους άλλους ελπίδες . Ξέρεις ποια είναι η
βασική διαφορά μας; Εσύ βγαίνοντας από εδώ θα μπεις στο αμάξι σου, θα πας στο
γραφείο σου, θα μελετήσεις όταν βρεις ώρα τους κανονισμούς και τις νομοθεσίες
και το πιθανότερο είναι ότι θα περάσουν μήνες και χρόνια και στο τέλος θα
καταλήξουμε και πάλι στο μηδέν.
Εγώ
όμως μέχρι τότε, θα παραμένω κλεισμένος σε ένα κελί, τρία μέτρα επί τρία, με
θέα το γκρίζο ταβάνι και τη σιδερένια πόρτα.
|
|
|
ΣΚΗΝΗ 4η
|
|
|
Μανώλης
|
Στέφανε;
Ποιος ζητούσε να σε δει;
|
|
|
Στέφανος
|
Άσε
με και εσύ γέρο. Δε με φτάνει που θα μείνω ισόβια εδώ μέσα, έχω και σένα πάνω
στο κεφάλι μου να με ζαλίζεις με ερωτήσεις.
|
|
|
Μανώλης
|
Γι
αυτό μην ανησυχείς. Δεν μου έμειναν και πολλά ψωμιά ακόμα να φάω.
|
|
|
Στέφανος
|
Άντε
τώρα
|
|
|
Μανώλης
|
Θα
μου πεις ;
|
|
|
Στέφανος
|
Ο
δικηγόρος ήταν, ήρθε να μου πει τα καλά μαντάτα. Απέρριψαν την έφεση
|
|
|
Μανώλης
|
Λυπάμαι.
|
|
|
Στέφανος
|
Γιατί,
που θα βρεις καλύτερη παρέα από εμένα γέρο; Λυπάμαι όμως αλλά , θα σε απογοητεύσω, δεν σκέφτομαι να κάτσω
για πολύ ακόμα εδώ
|
|
|
Μανώλης
|
Γιατί,
με βαρέθηκες, ζήτησες να σε
μετακινήσουν σε άλλο κελί;
|
|
|
Στέφανος
|
Όχι
|
|
|
Μανώλης
|
Τότε,
που θα πας;
|
|
|
Στέφανος
|
Πουθενά,
πέσε για ύπνο γέρο. Λέω να την πέσω κι εγώ.
Νύσταξα.
|
|
|
Μανώλης
|
Όπως
θες. Καληνύχτα.
|
|
|
Στέφανος
|
Ψστ
!
|
|
|
Μανώλης
|
Ορίστε
!
|
|
|
Στέφανος
|
Δεν
μου ευχήθηκες όνειρα γλυκά.
|
|
|
Μανώλης
|
Όνειρα
γλυκά. Καλό ξημέρωμα
|
|
|
Την ίδια νύχτα
|
(ο Στέφανος έχει κόψει τις φλέβες του
και ακούγονται αγκομαχητά)
|
|
|
Μανώλης
|
(με
αγωνία) Στέφανε, τι έκανες; Φρουρέ, βοήθεια, φρουρέ!
Στο
κελί 9, ο κρατούμενος αυτοκτόνησε.
Βοήθεια , φρουρέ.
|
|
ΣΚΗΝΗ 5η
|
|
(στο νοσοκομείο)
|
Στέφανος
|
Που
είμαι;
|
|
|
Ευτυχία
|
Στο
νοσοκομείο Στέφανε. Στην εντατική.
Έχασες πολύ αίμα.
|
|
|
Στέφανος
|
(Θυμωμένος)
και γιατί ζω ακόμα διάολε ; Φύγε ! Φύγε !
|
|
|
Ευτυχία
|
Θα
φύγω αφού κάνω τη δουλειά μου γι αυτό ηρέμησε σε παρακαλώ.
Και
σταμάτα να φωνάζεις.
|
|
|
Στέφανος
|
Με
συγχωρείς, εσύ δε φταις σε τίποτα..
Λυπάμαι,
λυπάμαι πολύ που σου φώναξα.
|
|
|
Ευτυχία
|
Είναι
εντάξει. Μη μιλάς τώρα
Ανάπνευσε
Στέφανε, ανάπνευσε βαθιά.
Όλα
καλά. Οι παλμοί σου είναι κανονικοί. Η πίεση σου πολύ καλή.
Εσύ,
πώς νοιώθεις σήμερα;
|
|
|
Στέφανος
|
Πώς
να νοιώθω;
|
|
|
Ευτυχία
|
Νοιώθεις
καθόλου ζαλάδα;
|
|
|
Στέφανος
|
Όχι
|
|
|
Ευτυχία
|
Πόνο
πουθενά; Μούδιασμα στα άκρα;
|
|
|
Στέφανος
|
Όχι
|
|
|
Ευτυχία
|
Ωραία,
θα σου φέρουν σε λίγο πρωινό και θα σε ξαναδώ και πάλι αργότερα.
|
|
|
ΣΚΗΝΗ 6η
|
Μανώλης
|
(φωνάζει)
Σταύρο
|
|
|
Σταύρος
|
Τι
είναι κύριε Μανώλη, τι συμβαίνει πάλι;
|
|
|
Μανώλης
|
Έμαθες
κανένα νέο ;
|
|
|
Σταύρος
|
Όχι
κύριε Μανώλη, δεν έχει περάσει μισή
ώρα από την προηγούμενη φορά που με ρώτησες και σου είπα μόλις έχω κάτι νέο
θα σου πω.
|
|
|
Μανώλης
|
Με
συγχωρείς Σταύρο, δεν θέλω να σε ζαλίζω συνεχώς
|
|
|
Σταύρος
|
Καταλαβαίνω
την αγωνία σου.
|
|
|
Μανώλης
|
Μα
πώς γίνεται να μην έχει πάρει κανένας τηλέφωνο από χτες από το νοσοκομείο, να
μας πει τι γίνεται; Να μάθουμε αν ζει τουλάχιστον;
|
|
|
Σταύρος
|
Εννοείται
ζει κύριε Μανώλη. Αν πέθαινε θα το μαθαίναμε να’ στε βέβαιος. Τα άσχημα νέα
ταξιδεύουν γρηγορότερα.
|
|
|
Μανώλης
|
Μακάρι
να χεις δίκαιο, να’ ναι έτσι όπως τα λες.
|
|
|
Σταύρος
|
Έτσι
ακριβώς. Άσε που αν πέθαινε θα μας έκραζαν όλα τα κανάλια και τα Δελτία
Ειδήσεων «Κατάδικος αυτοκτόνησε στις
Κεντρικές Φυλακές. Διεξάγεται έρευνα και ζητήθηκε η παραίτηση του Διευθυντή» Καλά δε λέω;
|
|
|
Μανώλης
|
Ούτε
να το σκέφτομαι δε θέλω
|
|
|
Σταύρος
|
Ζωντανός
είναι κύριε Μανώλη, απλά δεν σκέφτηκαν να μας ειδοποιήσουν.
|
|
|
Μανώλης
|
Λες
Σταύρο;
|
|
|
Σταύρος
|
Άκου
που σου λέω. Κάνε λίγη υπομονή και θα μάθουμε σύντομα.
Πάω
τώρα και θα έρθω μόλις έχω κάτι.
|
|
|
Μανώλης
|
(προσεύχεται)
Αχ
Θεέ μου, κάνε να ναι καλά. Σώσε τη ζωή του και πάρε τη δική μου. Αμήν
|
|
|
ΣΚΗΝΗ 7η
|
|
|
Ευτυχία
|
Καλημέρα
!
|
|
|
Στέφανος
|
Καλημέρα
γιατρέ
|
|
|
Ευτυχία
|
Πώς
είσαι σήμερα;
|
|
|
Στέφανος
|
Πολύ
καλύτερα
|
|
|
Ευτυχία
|
Ούτε
ζαλάδες, ούτε μουδιάσματα, η όραση σου, όλα καλά;
|
|
|
Στέφανος
|
Όλα
καλά γιατρέ.
|
|
|
Ευτυχία
|
Ωραία.
Λοιπόν , θα σε κρατήσω και σήμερα για να δυναμώσεις λίγο και αν μέχρι αύριο
είσαι εντάξει θα σου δώσω εξιτήριο.
|
|
|
Στέφανος
|
Λυπάμαι
που το ακούω
|
|
|
Ευτυχία
|
Γιατί
λυπάσαι Στέφανε, κάποια στιγμή πρέπει να φύγεις από το νοσοκομείο
|
|
|
Στέφανος
|
Δεν
έχετε ένα δωμάτιο να με κρατήσετε εδώ; Έστω μια γωνιά στην αποθήκη; Γιατρέ; Δεν
ξέρω και το όνομα σας.
|
|
|
Ευτυχία
|
Ευτυχία
! και όχι δεν μπορούμε να σε κρατήσουμε άλλο…Μα..
|
|
( o Στέφανος
ξεσπά σε κλάματα)
|
|
Τι
έπαθες Στέφανε γιατί κλαις; Πονάς ; Να πω στη νοσοκόμα να σου βάλει μια
παυσίπονη;
|
|
|
Στέφανος
|
Όχι,
όχι, καλά είμαι γιατρέ. Απλά δεν ήξερα ότι το όνομα σου είναι ..
|
|
|
Ευτυχία
|
Ευτυχία
; (γελά) Ένα συνηθισμένο όνομα είναι . Εσένα θα έλεγα ότι είναι πολύ
ομορφότερο από το δικό μου. Γιατί
συγκινήθηκες τόσο;
|
|
|
Στέφανος
|
Απλά
να, σημαίνει πολλά για μένα το όνομα αυτό.
Και τώρα εσύ..
|
|
|
Ευτυχία
|
Ωραία
! Πάμε να δώσουμε ευτυχία λοιπόν, έλα
σου βάλω μια ενεσούλα.. γύρνα..έτσι μπράβο..
|
|
|
Στέφανος
|
Ααα…
|
|
|
Ευτυχία
|
Έλα
καλέ, μην κάνεις σα μωρό παιδί κοτζάμ άντρας, θα σε ακούσουν και οι φρουροί
απ’ έξω και θα νομίζουν σε σκοτώνω. Έλα γύρνα, τελειώσαμε
|
|
|
Στέφανος
|
Μακάρι
να μπορούσα να έμενα εδώ λίγο ακόμα.
Εδώ
υπάρχει τουλάχιστον ένα παράθυρο και βλέπω έξω τον κόσμο.
|
|
|
Ευτυχία
|
Τον
κόσμο δεν τον κάνει όμορφο η θέα αλλά τα μάτια που τον βλέπουν.
|
|
|
Στέφανος
|
Τι
εννοείς;
|
|
|
Ευτυχία
|
Κοίτα
εκεί ! Εκεί, στη δεξιά γωνιά του
παραθύρου . Βλέπεις ; Έχουν χτίσει τα χελιδόνια τη φωλιά τους.
|
|
|
Στέφανος
|
Ναι,
δίκαιο έχεις.
|
|
|
Ευτυχία
|
Κάθε
χρόνο , τέτοιο καιρό, βγαίνουν από τα αυγά τα μικρά τους χελιδονάκια κι αν
κοιτάξεις αρκετά προσεχτικά θα δεις τα μικρά τους γυμνά κεφαλάκια να
ξεπροβάλλουν και τα στοματάκια τους ανοιχτά να περιμένουν φαγητό
|
|
|
Στέφανος
|
Ναι,
πράγματι τα βλέπω.. τόσο μικρά..
|
|
|
Ευτυχία
|
Αυτά
τα τόσο μικρά πουλιά, τα χελιδόνια, ταξιδεύουν κάθε χρόνο χιλιάδες
χιλιόμετρα, για να φτάσουν εδώ, χρόνο με το χρόνο, στη μικρή τους φωλίτσα,
για να γεννήσουν τα μικρά τους και να συνεχιστεί η ζωή. Ποιος θα το
φανταζόταν ότι ένα τόσο μικρό πλάσμα θα έκρυβε τόση δύναμη μέσα του;
|
|
|
Στέφανος
|
Τεράστια
δύναμη
|
|
|
Ευτυχία
|
Η
δύναμη του χελιδονιού και της κάμπιας που γίνεται πεταλούδα και του μικρού
σπόρου που γίνεται λουλούδι και ανθίζει, όλα αυτά είναι μικρά θαύματα. Κι όμως, ξέρεις πόσοι μπαινοβγαίνουν εδώ μέσα και δεν
παρατηρούν τη φωλιά έξω από το παράθυρο; Είναι τόσο χαμένοι στην θλίψη και
στον πόνο τους που χάνουν την επαφή με τον έξω κόσμο, στην ουσία όμως αυτό
που έχουν χάσει είναι την επαφή με τον μέσα τους κόσμο, γιατί είναι
προσκολλημένοι μόνο σε ένα πράγμα.
|
|
|
Στέφανος
|
Σε
τι;
|
|
|
Ευτυχία
|
Ο
καθένας στον πόνο του Στέφανε. Γι αυτό θα σου ζητήσω μια χάρη. Δεν ξέρω γιατί
μπήκες φυλακή, ούτε μπορώ να κρίνω.
Ξέρω μόνο ένα πράγμα, η ζωή σου, όπως και η ζωή του οποιουδήποτε
ανθρώπου είναι πολύτιμη, όσο πολύτιμη είναι και η ζωή αυτού του μικρού χελιδονιού.
Γι αυτό να θυμάσαι, στις δύσκολες στιγμές, να κοιτάζεις γύρω σου, να ψάχνεις
και να εντοπίζεις , ακόμα και μέσα στους τέσσερις τοίχους της φυλακής τα
μικρά θαύματα της ζωής και από αυτά να παίρνεις δύναμη. Σ’ αφήνω όμως τώρα
γιατί πρέπει να δω και τους υπόλοιπους ασθενείς. Θα τα πούμε και πάλι αύριο
το πρωί.
|
|
|
ΣΚΗΝΗ 8η
|
|
|
Σταύρος
|
Κύριε
Μανώλη.
|
|
|
Μανώλης
|
Μμμ
(βογκητό)
|
|
|
Σταύρος
|
Κύριε
Μανώλη, μα το’ ριξες στον ύπνο;
Ξύπνα,
σου έχω καλά νέα για τον κανακάρη σου.
|
|
|
Μανώλης
|
Ξύπνιος
είμαι Σταύρο. (με δυσκολία) Πες μου τα νέα
|
|
|
Σταύρος
|
Μα
κύριε Μανώλη, τι έχεις, τι συμβαίνει;
|
|
|
Μανώλης
|
Πονάω
λίγο το στομάχι μου. Κρυολόγησα φαίνεται. Έλα μη με κρατάς σε αγωνία. Πες μου
τα νέα
|
|
|
Σταύρος
|
Καλά
τα νέα. Ο Στέφανος, ζει !
|
|
|
Μανώλης
|
Δόξα
τω Θεώ.
|
|
|
Σταύρος
|
Είναι
στο νοσοκομείο και αναρρώνει.
|
|
|
Μανώλης
|
Ευτυχώς
!
|
|
|
Σταύρος
|
Με
ειδοποίησε ο Αναστασίου, αν όλα πάνε καλά μέχρι αύριο το πρωί θα βγει
|
|
|
Μανώλης
|
Να’
ναι καλά (κραυγή πόνου) Αααα.
|
|
|
Σταύρος
|
Μα
εσύ πονάς πολύ. Να σου φέρω παυσίπονα, να καλέσω το γιατρό;
|
|
|
Μανώλης
|
Ξέρεις
δεν πίνω παυσίπονα Σταύρο. Φέρε ένα χαμομήλι (κραυγή πόνου)
|
|
|
Σταύρος
|
Θα
σου φέρω το τσάι αλλά θα πάρεις και παυσίπονα κύριε Μανώλη και μην είσαι τόσο
ξεροκέφαλος.
|
|
ΣΚΗΝΗ 9η
|
|
|
Ευτυχία
|
Μαμά
;
|
|
|
Άννα
|
Στην
κουζίνα
|
|
|
Ευτυχία
|
(κεφάτα
) Καλημέρα μάδερ
|
|
|
Άννα
|
Κεφάτη
ξύπνησες σήμερα
|
|
|
Ευτυχία
|
Πες
το κι έτσι. Κοιμήθηκα καλά.
|
|
|
Άννα
|
Να
σου φτιάξω πρωινό;
|
|
|
Ευτυχία
|
Όχι
μαμά. Θα πάρω ένα καφέ στο δρόμο. Είμαι βιαστική, έχω να δω πολλούς ασθενείς
σήμερα. Και ειδικά έναν για τον οποίο
έχω πολλή έγνοια μαμά.
|
|
|
Άννα
|
Αλήθεια;
|
|
|
Ευτυχία
|
Ναι,
νοιώθω ιδιαίτερα προστατευτική απέναντι του. Και σήμερα φεύγει, δεν θα είναι
πια υπό την προστασία μου και ανησυχώ
|
|
|
Άννα
|
Γιατί
ανησυχείς, δεν έχει αναρρώσει πλήρως;
|
|
|
Ευτυχία
|
Έχει
αναρρώσει πλήρως, αλλά εκεί που πάει δεν θα μπορώ ούτε να τον προσέχω ούτε να
τον φροντίζω και φοβάμαι μήπως υποτροπιάσει, φοβάμαι τη ψυχολογία του
|
|
|
Άννα
|
Και
που θα πάει δηλαδή;
|
|
|
Ευτυχία
|
Στη
φυλακή μαμά
|
|
|
Άννα
|
Στη
φυλακή; Θεός φυλάξει. Για κατάδικο μιλάμε τόση ώρα;
Κόρη
μου πρόσεχε.
|
|
|
Ευτυχία
|
Μη
φοβάσαι μαμά, δεν κινδυνεύω. Αυτός ο κατάδικος είναι εντελώς άκακος.
|
|
|
Άννα
|
Και
εσύ που το ξέρεις;
|
|
|
Ευτυχία
|
Το
νοιώθω μαμά, η παρουσία του δε μου βγάζει κάτι κακό, ούτε νοιώθω άβολα κοντά
του
|
|
|
Άννα
|
Πρόσεχε
Άννα, τα φαινόμενα καμιά φορά απατούν.
|
|
|
Ευτυχία
|
Μην
ανησυχείς. Έτσι κι αλλιώς θα τον δω τελευταία φορά σήμερα και θα φύγει. Απλά,
να, στεναχωριέμαι στη σκέψη ότι ένας άντρας στην ηλικία μου έχει ζήσει τόσο
δυστυχισμένη ζωή που θέλησε να την τερματίσει μόνος του
|
|
|
Άννα
|
Κρίμα,
ναι
|
|
|
Ευτυχία
|
Πρέπει
να φύγω όμως τώρα
|
|
|
Άννα
|
Τι
ώρα τελειώνεις;
|
|
|
Ευτυχία
|
Μεσημέρι
|
|
|
Άννα
|
Πάλι
καλά, να φάμε και μια φορά όλοι μαζί, να δεις και τα ανιψάκια σου. Μια και πέντε τελειώνουν από το σχολείο και θα έρθουν απ’ εδώ
σήμερα.
|
|
|
Ευτυχία
|
Πώς
θα΄ρθουν δηλαδή;
|
|
|
Άννα
|
Με
τα πόδια, πώς να έρθουν. Πέντε λεπτά μακριά είναι το σχολείο.
|
|
|
Ευτυχία
|
Βρε
μαμά, χίλιες φορές τα’ χουμε πει και με σένα και με τον αδερφό μου. Δύο παιδιά δέκα και εφτά χρονών είναι πολύ
μικρά για να επιστρέφουν μόνα τους από το σχολείο. Επιβάλλεται να
συνοδεύονται από κάποιον
|
|
|
Άννα
|
Βρε
κορίτσι μου, καμιά δεκαριά παιδιά είναι στη γειτονιά και έρχονται όλα μαζί.
Είναι και τα παιδιά της Λίζας. Ούτε καν διασταυρώνουν πουθενά.
|
|
|
Ευτυχία
|
Δεν
με νοιάζει με ποιας τα παιδιά έρχονται μαμά. Να πηγαίνεις να τα
παραλαμβάνεις, τόσος κόπος είναι επιτέλους; Αν συμβεί κάτι ;
|
|
|
Άννα
|
Τι
να συμβεί;
|
|
|
Ευτυχία
|
Πολλά
μπορούν να συμβούν, δεν χρειάζεται να παίζουμε με τις πιθανότητες. Αν είχα
εγώ δικά μου παιδιά ούτε να το διανοηθείς να τα άφηνα να περπατούν μόνα. Και
τα παιδιά του αδερφού μου είναι σαν δικά μου παιδιά.
|
|
|
Άννα
|
Αλήθεια,
τώρα μιας και το΄φερε η κουβέντα πότε σκέφτεσαι να κάνεις δικά σου παιδιά
Ευτυχία;
|
|
|
Ευτυχία
|
Αμέσως
εσύ, μη χάσεις ευκαιρία, να πάρεις την κουβέντα εκεί.
|
|
|
Άννα
|
Εσύ
το είπες μόλις τώρα , αν είχες δικά σου παιδιά. Εγώ απλά ρώτησα..
|
|
|
Ευτυχία
|
Κόψε
το μαμά
|
|
|
Άννα
|
Μα
εγώ..
|
|
|
Ευτυχία
|
Δες
τι θα φτιάξεις για μεσημέρι και άφησε τα αυτά. Λοιπόν, φεύγω και θα φέρω εγώ
σήμερα τα παιδιά. Γεια
(πόρτα
που χτυπά δυνατά)
|
|
|
|
|
|
|
|
|
ΣΚΗΝΗ 10η
|
|
|
Ευτυχία
|
Καλημέρα
και πάλι
|
|
|
Στέφανος
|
Καλημέρα
γιατρέ.
|
|
|
Ευτυχία
|
Πώς
νοιώθεις σήμερα; Γερός και κραταιός;
|
|
|
Στέφανος
|
Σούπερμαν
|
|
|
Ευτυχία
|
Χαχα,
τέλεια. Ετοίμασε τα πράγματα σου λοιπόν σούπερμαν. Πετάς μακριά
|
|
|
Στέφανος
|
Γιατρέ;
|
|
|
Ευτυχία
|
Ναι
Στέφανε
|
|
|
Στέφανος
|
Μπορώ
να σε φωνάζω με το μικρό σου όνομα; Μπορώ να σε λέω Ευτυχία;
|
|
|
Ευτυχία
|
Μιας
και βγαίνεις σήμερα και δε θα είσαι πια ασθενής μου, ναι , επιτρέπεται
|
|
|
Στέφανος
|
Ευτυχία
|
|
|
Ευτυχία
|
Ναι,
Στέφανε.
|
|
|
Στέφανος
|
Πριν
φύγω θέλω να σε ευχαριστήσω για όλα όσα έκανες για μένα.
|
|
|
Ευτυχία
|
Τίποτα
δεν έκανα, μόνο τη δουλειά μου
|
|
|
Στέφανος
|
Αλήθεια;
Και η συζήτηση που κάναμε χτες ήταν κι αυτή μέσα στα επαγγελματικά πλαίσια ;
|
|
|
Ευτυχία
|
Όχι,
αυτή προήλθε από καθαρά ανθρώπινο ενδιαφέρον.
Ελπίζω
όμως να κρατήσεις κάποια από αυτά που είπαμε χτες και ειδικά το θαύμα της ζωής
|
|
|
Στέφανος
|
Το
θαύμα της ζωής… τα χελιδόνια, τις κάμπιες, τις πεταλούδες, την αγάπη;
|
|
|
Ευτυχία
|
Ειδικά
την αγάπη , αυτό κι αν είναι το μεγαλύτερο θαύμα της ζωής.
Εδώ
στο νοσοκομείο Στέφανε, έχουν δει πολλά τα μάτια μου. Ασθένειες, θάνατο, μικρά παιδιά να αρρωστούν και να
πεθαίνουν, γονείς να υποφέρουν κι όμως να βρίσκουν μέσα τους τη δύναμη να αντέξουν
τον πόνο τους.
Γιατί
πες μου, υπάρχει μεγαλύτερος πόνος από το να χάνει ένας γονιός το παιδί του;
|
|
|
Στέφανος
|
Νομίζω
πως ναι, υπάρχει. Ένα παιδί να χάνει το γονιό του.
|
|
|
Ευτυχία
|
Κι
αυτό πονάει Στέφανε, όμως αυτή είναι η φυσική πορεία της ζωής, ο γονιός να
πεθαίνει πριν το παιδί.
|
|
|
Στέφανος
|
Όχι
όμως από τα χέρια του παιδιού του.
|
|
|
Ευτυχία
|
Τι;
|
|
|
Στέφανος
|
Αυτό
ακριβώς που άκουσες, ο γονιός να πεθαίνει από τα χέρια του παιδιού
|
|
|
Ευτυχία
|
Γι
αυτό μπήκες φυλακή;
|
|
|
Στέφανος
|
Ναι.
Και για όσο καιρό μου άξιζε.
|
|
|
Ευτυχία
|
Πόσο;
|
|
|
Στέφανος
|
Ισόβια,
χωρίς αναστολή. Χωρίς ελπίδα, χωρίς προσδοκία, χωρίς μέλλον.
|
|
|
Ευτυχία
|
Λυπάμαι
πολύ
|
|
|
Στέφανος
|
Μη
λυπάσαι για μένα δεν αξίζω. Όμως, ξέρεις πώς την έλεγαν τη μάνα μου;
|
|
|
Ευτυχία
|
Πώς
την έλεγαν;
|
|
|
Στέφανος
|
Δεν
μάντεψες; (κλαίει)
|
|
|
Ευτυχία
|
Σε
παρακαλώ , μην κλαις Στέφανε. Πες μου,
την αγαπούσες;
|
|
|
Στέφανος
|
Πολύ.
Ήταν μια χρυσή γυναίκα. Με μεγάλωσε
μόνη της, ο πατέρας μου την άφησε πριν καν γεννηθώ. Και εγώ.. εγώ ο καταραμένος (κλαίει)
|
|
|
Ευτυχία
|
Ηρέμησε
σε παρακαλώ.
|
|
|
Στέφανος
|
Δεν
υπάρχει συγχώρεση. Γιατί δεν με αφήσατε να πεθάνω;
Με
ρωτήσατε αν θέλω να ζω με αυτό το βάρος στη συνείδηση μου;
|
|
|
Ευτυχία
|
Στέφανε
|
|
|
Στέφανος
|
Ναι
|
|
|
Ευτυχία
|
Ηρέμησε,
ανάπνευσε βαθιά και ηρέμησε
|
|
|
Στέφανος
|
Ηρέμησα
|
|
|
Ευτυχία
|
Τώρα
άκουσε με
|
|
|
Στέφανος
|
Ακούω
|
|
|
Ευτυχία
|
Τι
ναρκωτικά έπαιρνες ; Ηρωίνη ;
|
|
|
Στέφανος
|
Πως
το κατάλαβες;
|
|
|
Ευτυχία
|
Από
τις καταστρεμμένες σου φλέβες.
Δυσκολεύτηκα πολύ να σου πάρω αίμα για τις αναλύσεις.
|
|
|
Στέφανος
|
Αναλύσεις;
|
|
|
Ευτυχία
|
Φυσικά.
Έλεγξα τα πάντα.
Από
τη στιγμή που υπήρξες χρήστης και χρησιμοποιούσες βελόνες, υπήρχε τεράστια
πιθανότητα να νοσήσεις από μεταδοτικούς ιούς, ηπατίτιδα C, HIV.
|
|
|
Στέφανος
|
Και;
|
|
|
Ευτυχία
|
Δεν
έχεις κανένα μεταδοτικό ιό Στέφανε, είσαι μια χαρά. Ξέρεις τι σημαίνει αυτό; Μια δεύτερη
ευκαιρία για να ζήσεις μια ζωή υγιής.
Όμως
πες μου, τώρα αποτοξινώθηκες , είσαι καθαρός;
|
|
|
Στέφανος
|
Ναι
|
|
|
Ευτυχία
|
Σκοπεύεις
να μείνεις καθαρός;
|
|
|
Στέφανος
|
Ναι.
Δεν θέλω να ξαναβρεθώ σε αυτή τη κατάσταση ποτέ.
Να
είμαι κάποιος άλλος, ένα αγρίμι, ένα θηρίο, ένας εξαρτημένος.
|
|
|
Ευτυχία
|
Βλέπεις;
Το είπες και μόνος σου Στέφανε, ήσουν κάποιος άλλος.
Άρα
αυτό είναι που πρέπει να αντιληφθείς
|
|
|
Στέφανος
|
Ποιο;
|
|
|
Ευτυχία
|
Ότι
αυτή η πράξη δεν έγινε από εσένα, αλλά
από κάποιον άνθρωπο που ασθενούσε και δεν έλεγχε τις πράξεις του.
|
|
|
Στέφανος
|
Το
ξέρω αυτό. Η λογική μου το αναγνωρίζει, το αντιλαμβάνεται.
Αυτή
η πράξη όμως όπως την αποκαλείς τόσο ευγενικά ήταν ένας στυγερός φόνος. Και
το ότι ήμουν ναρκομανής δεν κάνει ούτε την πράξη λιγότερο αποτρόπαια ούτε τον
πόνο μου λιγότερο.
Το
αντίθετο, όσο περνάνε οι μέρες και καθαρίζει
ο οργανισμός μου από την ουσία,
τόσο δεν αντέχω να με βλέπω.
|
|
|
Ευτυχία
|
Μη
μιλάς έτσι, δεν ήθελες να σκοτώσεις, ήταν ατύχημα.
|
|
|
Στέφανος
|
Όχι
δεν ήθελα να την σκοτώσω. Αλλά δεν
μπορώ να σταματήσω να τη σκέφτομαι. Αν είναι κάπου, εκεί ψηλά στον ουρανό, τι
θα νοιώθει για μένα;
|
|
|
Ευτυχία
|
Καμιά
μάνα, ότι κι αν κάνει το παιδί της, δεν το αγαπάει λιγότερο.
Γι
αυτό μη βασανίζεις άλλο τον εαυτό σου. Δεν θα αλλάξει κάτι.
|
|
|
Στέφανος
|
Εσύ
θα με συγχωρούσες ποτέ;
|
|
|
Ευτυχία
|
Θα
σε συγχωρούσα. Και η μάνα σου σε έχει συγχωρέσει. Και είμαι σίγουρη, αν είναι κάπου εκεί ψηλά όπως λες, υποφέρει πολύ βλέποντας σε να υποφέρεις
έτσι.
Και
είμαι βέβαιη πως δε θέλει να σε δει ξανά να τρυπάς ή να κόβεις τις φλέβες
σου.
Γι
αυτό είναι καιρό να συγχωρέσεις και εσύ τον εαυτό σου και να σταματήσεις να
τον τιμωρείς.
|
|
|
ΣΚΗΝΗ 11η
|
|
|
Σταύρος
|
Κυρ
Μανώλη δες ποιος γύρισε.
|
|
|
Μανώλης
|
(με
ενθουσιασμό ) Στέφανε, γιε μου , είσαι καλά , γύρισες ;
|
|
|
Στέφανος
|
Γύρισα
γέρο, γύρισα. Χα, χα, σιγά, θα με πνίξεις
|
|
|
Σταύρος
|
Άντε
καλώς τα δέχτηκες.
|
|
(κλείνει
η πόρτα του κελιού)
|
|
|
Μανώλης
|
Ανησύχησα
τόσο πολύ. Μην το ξανακάνεις ποτέ αυτό, ακούς;
Ξύπνησα
και σε βρήκα σε μια λίμνη αίματος, δεν ήξερα τι να κάνω, δεν ήξερα αν θα
ζούσες , νόμιζα θα πέθαινες στα χέρια μου.
|
|
|
Στέφανος
|
Συγνώμη,
δεν έπρεπε να σου το κάνω αυτό. Συγχώρα με.
|
|
|
Μανώλης
|
Μην
το ξανακάνεις ποτέ αυτό.
|
|
|
Σταύρος
|
Κύριε
Μανώλη, άντε φιλιέστε και μετά, πάμε, έχεις δουλειά.
|
|
|
Στέφανος
|
Μα,
που πας;
|
|
|
Μανώλης
|
Στο
ιατρείο. Έχω να κάνω κάποιες εξετάσεις. Το γήρας ουκ έρχεται μόνον..
|
|
|
Στέφανος
|
Εξετάσεις;
Τι εξετάσεις; Αρρώστησες εξαιτίας μου; Από το άγχος που σου προκάλεσα;
|
|
|
Σταύρος
|
Κύριε
Μανώλη, άντε, δεν θα περιμένει ο χημικός όλη μέρα.
Έλα
να σου κάνει την ανάλυση να τελειώνουμε.
|
|
|
Μανώλης
|
Τώρα,
έρχομαι Σταύρο.
Στέφανε,
μην λες ανοησίες. Ανησύχησα βέβαια, αλλά αυτό δεν έχει σχέση. Απλά νοιώθω
λίγη αδυναμία τελευταίως, τίποτα σοβαρό.
|
|
(ακούγεται η πόρτα του κελιού)
|
Σταύρος
|
Μανώλη,
έτοιμος;
|
|
|
Μανώλης
|
Ναι,
πάμε.
|
|
|
Στέφανος
|
Είσαι
εντάξει; Μπορείς να περπατήσεις;
|
|
|
Μανώλης
|
Ναι,
μια χαρά είμαι. Δε βλέπεις; ( η πόρτα κλείνει)
Θα
τα πούμε σε λίγο. Εσύ, θα είσαι καλά όσο λείπω; Θα είσαι εντάξει;
|
|
|
Στέφανος
|
Θα
είμαι εντάξει, σου το υπόσχομαι, εδώ και θα σε περιμένω.
|
|
|
ΣΚΗΝΗ 12η
|
|
|
Άννα
|
Στο
καλό, στο καλό να πάτε και Δημήτρη, μη ξεχάσεις να δώσεις χαιρετίσματα στην
Παυλίνα.
|
|
|
Ευτυχία
|
Να
διαβάσετε τα μαθήματα σας παιδιά και όπως είπαμε, από αύριο θα περιμένετε
στην είσοδο του σχολείου και θα έρχεται η γιαγιά να σας παραλαμβάνει ή η θεία
όπως σήμερα.
|
|
|
Άννα
|
Ελπίζω
να ηρεμήσεις τώρα που έγινε το δικό σου Ευτυχία
|
|
|
Ευτυχία
|
Δεν
επέμενα για να γίνει το δικό μου μαμά. Απλά για τα παιδιά ανησυχούσα
|
|
|
Άννα
|
Κάνεις
κι άλλη δουλειά από το να ανησυχείς παιδί μου; Πότε θα ηρεμήσεις; Και πότε θα
κοιτάξεις να κάνεις και εσύ οικογένεια δική σου;
|
|
|
Ευτυχία
|
Περίμενε μισό να κοιτάξω την ατζέντα μου.
|
|
|
Άννα
|
(αυστηρά)
Ευτυχία ! Δεν μπορείς μια φορά να μιλήσουμε σοβαρά;
|
|
|
Ευτυχία
|
Πόσες
φορές να πούμε τα ίδια και τα ίδια ρε μαμά;
|
|
|
Άννα
|
Ευτυχία
μου, κοντεύεις σαράντα, σπατάλησες
τόσα χρόνια να πάρεις το πτυχίο σου, το πήρες, διορίστηκες στο νοσοκομείο,
έχεις τη δουλειά σου, το σπίτι σου, δεν είναι καιρός να δεις και λίγο την
προσωπική σου ζωή;
|
|
|
Ευτυχία
|
Με
τόσες ώρες στο νοσοκομείο νομίζεις μένει περιθώριο για προσωπική ζωή;
|
|
|
Άννα
|
Αυτό
είναι το εμπόδιο; Οι ώρες ; Οι βάρδιες; H
κούραση;
H κάτι άλλο;
|
|
|
Ευτυχία
|
Τι
άλλο;
|
|
|
Άννα
|
(πιο
ήρεμα) Ευτυχία, θέλω να με ακούσεις
προσεχτικά και να σκεφτείς σοβαρά αυτό που θα σου πω
|
|
|
Ευτυχία
|
Λέγε
λοιπόν, ακούω
|
|
|
Άννα
|
Πρόσφατα
ρώτησα τον αδερφό σου αν θυμάται καθόλου τον πατέρα σας
|
|
|
Ευτυχία
|
Σου
είπα δε θέλω να συζητώ γι αυτόν μαμά
|
|
|
Άννα
|
Ναι
, μου το είπες αλλά αυτή τη φορά πρέπει να με ακούσεις.
|
|
|
Ευτυχία
|
Τι
σου απάντησε ο Δημήτρης;
|
|
|
Άννα
|
Δεν
τον θυμάται λέει. Καθόλου.
|
|
|
Ευτυχία
|
Καλύτερα
που δεν τον θυμάται
|
|
|
Άννα
|
Τώρα
πρέπει να ρωτήσω και εσένα Ευτυχία, τον θυμάσαι;
|
|
|
Ευτυχία
|
Ναι,
μαμά. Τα πάντα , λεπτομερώς ! Η μνήμη μου τα κράτησε αποτυπωμένα
|
|
|
Άννα
|
Γι
αυτό ανησυχώ Άννα μου.
|
|
|
Ευτυχία
|
Για
ποιο πράγμα ανησυχείς;
|
|
|
Άννα
|
Μήπως
είναι αυτή η μνήμη η αιτία για όλες σου τις φοβίες, μήπως είναι αυτή που
κουτσουρεύει το παρόν σου. Κι αν είναι
έτσι Ευτυχία φταίω κι εγώ..
|
|
|
Ευτυχία
|
Δεν
μπορώ να ξέρω, αλλά και έτσι να είναι μαμά, ξέρεις εσύ κανένα τρόπο να
διαγράφεται η μνήμη; Η δική σου, η δική μου, κανενός από εμάς;
|
|
|
Άννα
|
Μακάρι
να υπήρχε τρόπος να διαγραφόταν Ευτυχία, θα ήμασταν όλοι καλύτερα.
|
|
|
Ευτυχία
|
Ο
Δημήτρης είναι ο τυχερός που δε θυμάται τίποτα.
Ούτε
εφιάλτες έχει τα βράδια, ούτε πετάγεται στον ύπνο του. Γλύτωσε μαμά
|
|
|
ΣΚΗΝΗ 13η
|
|
|
Σταύρος
|
Στέφανε,
έλα να βοηθήσεις τον κύριο Μανώλη.
|
|
|
Στέφανος
|
Τι
έγινε;
|
|
|
Σταύρος
|
Εντάξει,
του πήρε ο χημικός το αίμα, αλλά τον τρύπησε δυο τρεις φορές γιατί δεν
έβρισκε καλή φλέβα και στο τέλος ζαλίστηκε λίγο.
Αχ
κύριε Μανώλη, έλα να σε πάρουμε στο κρεβάτι.
|
|
|
Στέφανος
|
Έλα,
να ξαπλώσεις, σιγά σιγά. Έτσι μπράβο
|
|
|
Σταύρος
|
Άσε
τον να ηρεμήσει λίγο και θα συνέλθει. Έχε τον λίγη έννοια. Θα είμαι εδώ απ’
έξω. Ότι χρειαστείς φώναξε.
|
|
|
Στέφανος
|
Εντάξει,
θα τον προσέχω.
Κύριε
Μανώλη, πώς είσαι;
Θέλεις
λίγο νερό;
Να
σου κάνω λίγο αέρα στο πρόσωπο;
Κρυώνεις
να σε σκεπάσω;
|
|
|
Μανώλης
|
Είμαι
καλά, απλά νοιώθω λίγο αδυναμία. Θέλω να κοιμηθώ λίγο.
|
|
|
Στέφανος
|
Κοιμήσου.
Εδώ θα είμαι και θα σε προσέχω.
|
|
|
(σε λίγες ώρες)
|
|
|
Στέφανος
|
Κύριε
Μανώλη, ξύπνησες; Πώς είσαι;
|
|
|
Μανώλης
|
Καλύτερα,
πολύ καλύτερα.
|
|
|
Σταύρος
|
Πώς
πάει;
|
|
|
Στέφανος
|
Καλά,
μόλις ξύπνησε.
|
|
|
Σταύρος
|
Ωραία,
του έφερα φαγητό. Και πήγαινε και εσύ στην τραπεζαρία να φας
|
|
|
Στέφανος
|
Δεν
θα πάω. Θα μείνω εδώ, μπορεί να χρειαστεί κάτι.
|
|
|
Σταύρος
|
Πήγαινε
λέμε να φας, θα τον προσέχω εγώ
|
|
|
Μανώλης
|
Πήγαινε
Στέφανε.
|
|
(πόρτα κελιού ανοίγει και κλείνει )
|
Σταύρος
|
(δυνατά)
Παράσχου, έλα να συνοδέψεις τον κρατούμενο στην τραπεζαρία.
Αλλά
πήγαινε τον πρώτα από το τηλεφωνικό
κέντρο.
Τον
ζήτησαν στο τηλέφωνο
|
|
|
Στέφανος
|
Τηλέφωνο; Ποιος; Μήπως από το νοσοκομείο;
|
|
|
Σταύρος
|
Ναι
, απέχτησες θαυμάστριες στο νοσοκομείο μπαγάσα;
(βήματα που απομακρύνονται)
Είδες
είδες κύριε Μανώλη, δυο μέρες στο νοσοκομείο και θα μας στείλουν και προξένια
(γέλιο) Ορίστε το φαγητό σου.
|
|
|
Μανώλης
|
Τι
καλό έφερες;
|
|
|
Σταύρος
|
Σούπα,
γευστική, δυναμωτική και ελαφριά για το στομαχάκι που πονά.
|
|
|
Μανώλης
|
Τις
ευχές μου να χεις Σταύρο μου να σαι καλά.
|
|
|
Σταύρος
|
Άντε
φρόντισε να στηθείς γρήγορα στα πόδια
σου, δε μπορώ να σε βλέπω έτσι.
|
|
|
Μανώλης
|
Θα
στηθώ Σταύρο, θα στηθώ
Μμ,
ωραία η σούπα, γεια στα χέρια της Μερόπης πες της.
|
|
|
Σταύρος
|
Α,
τα φαγητά της Μερόπης είναι αξεπέραστα. Έλα, πάρε και δυο ακόμα παυσίπονα και
μόλις τελειώσεις τη σούπα σου να τα πάρεις. Οδηγίες του γιατρού. Και μη μου αρχίσεις πάλι δεν παίρνεις
παυσίπονα εντάξει;
|
|
|
Μανώλης
|
Θα
τα πάρω Σταύρο, έχεις το λόγο μου.
|
|
|
Σταύρος
|
Έλα
πες τώρα κύριε Μανώλη. Πώς σου φάνηκε
ο κανακάρης;
|
|
|
Μανώλης
|
Καλός
μου φάνηκε. Τον περιποιήθηκαν καλά στο νοσοκομείο
|
|
|
Σταύρος
|
Θυμάσαι
την πρώτη μέρα που μας τον έφεραν και τον βάλαμε μαζί σου;
|
|
|
Μανώλης
|
Θυμάμαι
Σταύρο.
|
|
|
Σταύρος
|
Θυμάσαι
που δεν ήθελε να σε βλέπει ούτε ζωγραφιστό;
|
|
|
Μανώλης
|
Θυμάμαι.
|
|
|
Σταύρος
|
Και
δες τον τώρα, ανησυχεί και τρέμει μην
πέσει τρίχα απ’ τα μαλλιά σου.
|
|
|
ΣΚΗΝΗ 14η
|
|
(ακούγεται τηλέφωνο που πληκτρολογεί
και χτυπά)
|
Ευτυχία
|
Παρακαλώ;
|
|
|
Στέφανος
|
Ναι,
ποιος μιλά; Αφήσατε τον αριθμό για να σας καλέσω
|
|
|
Ευτυχία
|
Στέφανε, η Ευτυχία είμαι.
|
|
|
Στέφανος
|
(με
ενθουσιασμό) Ευτυχία , χαίρομαι πολύ που σε ακούω
|
|
|
Ευτυχία
|
Γεια
σου Στέφανε, πήρα να δω πως είσαι. Επέστρεψες πίσω, όλα καλά;
|
|
|
Στέφανος
|
Όλα
καλά, όλα καλά, μην ανησυχείς για τίποτα. Ο πρώην ασθενής σου θα παραμένει
υγιής.
|
|
|
Ευτυχία
|
Υπόσχεσαι
Στέφανε;
|
|
|
Στέφανος
|
Υπόσχομαι
|
|
|
Ευτυχία
|
Θα
μπορούσα να έρθω να σε επισκεφτώ και να το διαπιστώσω και μόνη μου;
|
|
|
Στέφανος
|
Θα
φέρεις και το στηθοσκόπιο και τα ξυλάκια σου και το θερμόμετρο;
|
|
|
Ευτυχία
|
Πώς;
Εννοείται. Κανονική εξέταση
|
|
|
Στέφανος
|
Να
έρθεις ! Και τώρα που το σκέφτομαι νοιώθω λίγες ζαλάδες, πεινώ συνεχώς, βλέπω
αστεράκια, πεταλουδίτσες, κάμπιες, χελιδόνια παντού χαχα
|
|
|
Ευτυχία
|
(γελά)
Ακούγεται σοβαρή η περίπτωση σου . θα πρέπει να έρθω το συντομότερο για μια
από κοντά εξέταση
|
|
|
Στέφανος
|
Ευχαριστώ
πολύ γιατρέ
|
|
|
ΣΚΗΝΗ 15η
|
|
|
Στέφανος
|
Καλημερούδια,
πώς είσαι σήμερα;
|
|
|
Μανώλης
|
Πονάω
λίγο
|
|
|
Στέφανος
|
Έλα,
πάρε νερό και παυσίπονα. Τα άφησε ο δεσμοφύλακας να τα πάρεις μόλις
ξυπνήσεις. Έλα, έλα να σε βοηθήσω να κάτσεις. Ορίστε και το νερό
|
|
|
Μανώλης
|
Ευχαριστώ.
Μα πριν πόση ώρα σηκώθηκες;
|
|
|
Στέφανος
|
Εδώ
και ώρα, σε πρόλαβα. Πέρασε ο καιρός
που ξυπνούσες πρώτος από τα χαράματα σαν κοκόρι, τον παίρνεις τον υπνάκο σου
τώρα κύριε Μανώλη.
|
|
|
Μανώλης
|
Είναι
τα χάπια μάλλον που μου φέρνουν ύπνο. Ποτέ δεν κοιμόμουν πολύ. Εσύ όμως τι
έκανες τόση ώρα;
|
|
|
Στέφανος
|
Σε
κοίταζα και περίμενα να ξυπνήσεις
|
|
|
Μανώλης
|
Με
κοίταζες ; (γελά) μην μου πεις ροχάλιζα..
|
|
|
Στέφανος
|
Ολόκληρο
δάσος έκοψες , ζιν ζιν, κανονική δεντροκοπτική..
|
|
|
Μανώλης
|
Χαχαχα
Με κοίταζες και σκεφτόσουν πότε θα τελειώσω με το κόψιμο;
|
|
|
Στέφανος
|
Όχι
σε έβλεπα εκεί ξαπλωμένο και αναρωτιόμουν …
|
|
|
Μανώλης
|
Αναρωτιόσουν; Τι;
|
|
|
Στέφανος
|
Να,
πόσα χρόνια έχει που κοιμάσαι στο ίδιο κρεβάτι εκεί στη γωνία;
Πόσα
χρόνια βρίσκεσαι κλεισμένος σ΄αυτό το κελί;
|
|
|
Μανώλης
|
Τριάντα
χρόνια Στέφανε. Όταν μπήκα ήμουν στην ηλικία σου και τώρα κοντεύω τα 65, όπου να΄σαι θα πάρω και σύνταξη
|
|
|
Στέφανος
|
Και
πώς αντέχονται τόσα χρόνια στη φυλακή; Δεν τρελαίνεσαι;
Εμένα
έρχονται στιγμές που πάει να μου φύγει το κεφάλι
|
|
|
Μανώλης
|
Τι
νοιώθεις ακριβώς;
|
|
|
Στέφανος
|
Νοιώθω
συγχισμένος. Από τη μια νοιώθω ότι μου αξίζει που τιμωρήθηκα γι αυτό που
έκανα, από την άλλη δεν μπορώ να το χωνέψω ότι θα ζήσω το υπόλοιπο της ζωής
μου κλεισμένος σ΄αυτό το κελί, σ αυτή τη φυλακή
|
|
|
Μανώλης
|
Αχ,
Στέφανε .
Και
ποιος είναι αυτός που ορίζει ποια φυλακή χρεώνεται στον καθένα μας;
|
|
|
Στέφανος
|
Τι
εννοείς ;
|
|
|
Μανώλης
|
Αυτό
που εννοώ. Σε εσένα χρεώθηκε αυτό, σε κάποιον άλλο κάτι άλλο.
Απλά
ο καθένας πρέπει να μάθει να αντέχει τη φυλακή του.
|
|
|
Στέφανος
|
Και
πώς μαθαίνεται η αντοχή;
|
|
|
Μανώλης
|
Με
την αποδοχή. Σταμάτα να είσαι αλαζονικός και γίνε ταπεινός.
|
|
|
Στέφανος
|
Εγώ,
αλαζονικός;
|
|
|
Μανώλης
|
Ναι,
εσύ. Που χτυπιέσαι μέσα στο μυαλό σου και βρίζεις την τύχη σου και την μοίρα
σου που σε έστειλε σε ένα κελί.
|
|
|
Στέφανος
|
Δηλαδή
μου λες ότι το άξιζα; Άξιζα να ζήσω αυτή τη ζωή, να μην έχω πατέρα, να
μπλέξω, να γίνω ναρκομανής;
|
|
|
Μανώλης
|
Ρωτάς
αν τα άξιζες λες και αναφέρεσαι σε κάποια τιμωρία της μοίρας σου
|
|
|
Στέφανος
|
Και
δεν ήταν τιμωρία;
|
|
|
Μανώλης
|
Αν
το βλέπεις σαν τιμωρία θα περάσεις το υπόλοιπο της ζωής σου θυμωμένος να
αναρωτιέσαι τι έκανες και γιατί πέρασες όσα πέρασες
|
|
|
Στέφανος
|
Και
δεν πρέπει να αναρωτιέμαι, δεν πρέπει να είμαι θυμωμένος;
|
|
|
Μανώλης
|
Να
σε ρωτήσω κάτι άλλο Στέφανε; Ένα παιδί που γεννιέται τυφλό, ή κουφό, ή με
κάποια αναπηρία έφταιξε σε κάτι, τιμωρείται για κάτι;
|
|
|
Στέφανος
|
Όχι
φυσικά. Αλλά δεν μιλάμε για το ίδιο πράγμα
|
|
|
Μανώλης
|
Φυσικά
και όχι. Μιλάμε για κάτι δυσκολότερο. Κάτι που το ίδιο το παιδί δεν είχε
καμιά επιλογή. Σε ρωτώ και πάλι όμως, μεγαλώνοντας αυτό το παιδί, όταν γίνει
ενήλικας, πρέπει να περάσει το υπόλοιπο της ζωής του νιώθοντας θυμωμένος που
ζει κι αυτός σε ενός άλλου είδους φυλακή; Γιατί υπάρχουν πολλών ειδών φυλακές
και ισόβιες καταδίκες . Κάποιος καταδικάζεται ισόβια στη φυλακή του
σκοταδιού. Κάποιος άλλος σε μια φυλακή χωρίς ήχο, χωρίς να μπορεί να ακούσει
κανενός τη φωνή, ούτε τη δική του. Κάποιος άλλος ζει δεμένος ισόβια σε ένα
τροχοκάθισμα αφού αυτό είναι τα πόδια του. Κάποιος άλλος ζει φυλακισμένος στο
ίδιο του το μυαλό και ενώ βλέπει, ακούει και καταλαβαίνει, δεν έχει τρόπο να
επικοινωνήσει με τους γύρω του, να πει το σ αγαπώ. Φυλακές που δεν μπορούμε εμείς να κατανοήσουμε
|
|
|
Στέφανος
|
Ποτέ
δεν το σκέφτηκα έτσι
|
|
|
Μανώλης
|
Αυτό
είναι αγνωμοσύνη Στέφανε. Αυτά που έχεις να τα θεωρείς δεδομένα και να
δυστυχείς για κάτι που δεν έχεις.
Και
σε ξαναρωτώ όσοι στερούνται κάτι πρέπει να χτυπιούνται θυμωμένοι μέχρι να πεθάνουν;
|
|
|
Στέφανος
|
Μάλλον
όχι
|
|
|
Μανώλης
|
Ξέρεις
κάτι Στέφανε. Είναι μεγάλη σοφία να αποδέχεσαι στη ζωή σου κάτι όταν αυτό δεν
αλλάζει. Γιατί δυνατός και έξυπνος δεν
είναι αυτός που προσαρμόζει τις συνθήκες της ζωής του για να ικανοποιήσει το
Εγώ του . Δυνατός είναι αυτός που αναγνωρίζει
τις συνθήκες της ζωής του, όποιες και εάν είναι αυτές, αλλάζει ότι
μπορεί, και ότι δεν μπορεί να το αλλάξει το αποδέχεται και προσπαθεί να βρει
μέσα από τις υπάρχουσες συνθήκες το νόημα της ύπαρξης του.
|
|
|
Στέφανος
|
Και
ποιο είναι το νόημα της ύπαρξης σε μια φυλακή;
|
|
|
Μανώλης
|
Ακριβώς
αυτό. Να σταματήσεις να χτυπιέσαι προσπαθώντας να κατανοήσεις τους λόγους που βρέθηκες εδώ, να
αποδεχτείς την κατάσταση, να αντιληφθείς ότι έχει ανθρώπους που ζουν σε
συνθήκες πολύ χειρότερες από αυτή τη φυλακή και το νόημα, το νόημα Στέφανε
είναι να βρεις τι θα κάνεις με τη ζωή σου απ εδώ και πέρα
|
|
|
Στέφανος
|
Και
τι επιλογές έχω στα σαράντα μου σε μια φυλακή; Να μάθω ξυλογλυπτική ή
χαρακτική και να κάνω έκθεση στο τέλος της χρονιάς;
|
|
|
Μανώλης
|
Μην
ειρωνεύεσαι και μην απαξιώνεις καμιά τέχνη Στέφανε. Ότι μάθει ο άνθρωπος
είναι καλό και πολλοί έμαθαν τέχνες στη φυλακή και βγαίνοντας έκαναν μια νέα
αρχή. Μπορεί να μάθεις μια τέχνη, μπορεί να διαβάσεις βιβλία, να κάνεις πολλά
πράγματα, απλά μην γίνεσαι σκλάβος του θυμού σου. Οι βαθύτερες αιτίες πίσω
από τον σκοπό που γίνεται κάτι δεν γίνονται γνωστές παρά μόνον όταν
αποδεχτούμε το σκοπό.
|
|
|
Στέφανος
|
Και
εσύ;
|
|
|
Μανώλης
|
Εγώ
τι ;
|
|
|
Στέφανος
|
Βοήθησε
με, δείξε μου τον τρόπο, πώς άντεξες, βρήκες το δικό σου σκοπό;
|
|
|
Μανώλης
|
Να
σου δείξω τον τρόπο δε μπορώ αλλά άκου μια ιστορία
Κάποτε
στην μακρινή Ανατολή ήταν ένας δάσκαλος, ένας γκουρού
Πήγαιναν
κοντά του οι μαθητές φοβισμένοι και έφευγαν φωτισμένοι
Μια
φορά πήγε και ένας μαθητής, ανυπόμονος και βιαστικός
«Δάσκαλε»
του λέει, πάρε με στο δρόμο που βαδίζεις να βαδίσω κι εγώ μαζί
Να
γίνουμε συνοδοιπόροι , να αποχτήσω τη γνώση και τη σοφία σου
«δεν
μπορώ να σε πάρω» του είπε ο δάσκαλος «είσαι τυφλός»
Μα
πώς , αφού βλέπω τον δρόμο σου, να τον , εκεί
«Ναι,
τον δικό μου δρόμο βλέπεις, γι αυτό σου λέω είσαι τυφλός»
Δεν
μπορώ να κουβαλώ έναν τυφλό μαζί μου στο ταξίδι κανένας από τους δυο μας δε
θα πάει μακριά
Αυτό
που μπορώ να κάνω είναι να σε οδηγήσω μέχρι την πηγή και εκεί θα πλύνεις τα
μάτια σου, και άμα τα πλύνεις, να έρθεις εδώ, πίσω στην αφετηρία, εδώ που
είναι η αρχή των πάντων, και μόνο τότε θα μπορείς να δεις που είναι ο δρόμος
που πρέπει να ακολουθήσεις, ο δικός σου δρόμος
|
|
|
Σταύρος
|
Κύριε
Μανώλη
|
|
|
Μανώλης
|
Ναι
Σταύρο
|
|
|
Σταύρος
|
Ετοιμάσου,
ήρθε ο γιατρός για να σε δει
|
|
|
Μανώλης
|
Έρχομαι
|
|
|
Στέφανος
|
Μην
ανησυχείς . Όλα θα πάνε καλά Κύριε Μανώλη
|
(αργότερα)
|
|
|
Σταύρος
|
Αντωνίου
|
|
|
Στέφανος
|
Παρών
|
|
|
Σταύρος
|
Ντύσου,
περιποιήσου και έχεις επισκεπτήριο
|
|
|
Στέφανος
|
Επισκεπτήριο;
|
|
|
Σταύρος
|
Επισκεπτήριο.
Παράσχου, δε βρίσκεις να χει πολύ σουξέ ο Αντωνίου τελευταίως; Τηλεφωνήματα,
επισκέψεις, τι παίζει Στεφανάκη; Φλερτάκια;
|
|
|
Στέφανος
|
Έλα,
ετοιμάστηκα, πάμε.
|
|
|
Σταύρος
|
Πλύθηκες
, χτενίστηκες; Έτσι μπράβο
|
|
(ανοίγει
η πόρτα του κελιού)
|
Στέφανος
|
Σταύρο
|
|
|
Σταύρος
|
Δεν
ξέρω ποιος είναι, δεν μου είπαν
|
|
|
Στέφανος
|
Άλλο
θέλω να σε ρωτήσω. Ο κύριος Μανώλης γιατί άργησε, που είναι;
|
|
|
Σταύρος
|
Τον
πήρε το ασθενοφόρο.
|
|
|
Στέφανος
|
Τι
εννοείς τον πήρε το ασθενοφόρο; Που ;
|
|
|
Σταύρος
|
Ο
γιατρός διέταξε να τον πάνε στο νοσοκομείο για περαιτέρω εξετάσεις.
|
|
|
Στέφανος
|
Που
τον έχουν πάει;
|
|
|
Σταύρος
|
Στο
ογκολογικό Στέφανε
|
|
|
Στέφανος
|
Τι;
|
|
|
Σταύρος
|
Σε
περιμένουν στο επισκεπτήριο. Φτάσαμε
|
|
|
Στέφανος
|
Δεν
το πιστεύω
|
|
|
Σταύρος
|
Πήγαινε
μέσα, μην αφήνεις το ξένο σου να περιμένει.
|
|
|
Στέφανος
|
Πότε
θα τον φέρουν πίσω;
|
|
|
Σταύρος
|
Δεν
ξέρω αν θα τον φέρουν πίσω
|
(στο επισκεπτήριο)
|
|
|
Ευτυχία
|
Στέφανε;
|
|
|
Στέφανος
|
Ευτυχία
, γεια σου
|
|
|
Ευτυχία
|
Τι
κάνεις Στέφανε, πώς είσαι;
|
|
|
Στέφανος
|
Καλά
είμαι, χαίρομαι πολύ που σε βλέπω
|
|
|
Ευτυχία
|
Τι
συμβαίνει Στέφανε, δε σε βλέπω καλά
|
|
|
Στέφανος
|
Δεν
μπορώ να σου κρυφτώ
|
|
|
Ευτυχία
|
Όχι
δεν μπορείς, γι αυτό πες μου αν ενοχλώ να φύγω
|
|
|
Στέφανος
|
Όχι
Ευτυχία δεν ενοχλείς, αντιθέτως και μόνο που ήρθες ανακουφίστηκα
|
|
|
Ευτυχία
|
Πες
μου τότε, μπορώ να βοηθήσω σε κάτι;
|
|
|
Στέφανος
|
Ευτυχία,
ο συγκρατούμενος μου αρρώστησε. Μόλις με ενημέρωσαν ότι τον παρέλαβε
ασθενοφόρο και τον μεταφέρει
|
|
|
Ευτυχία
|
Που
κοντά μας ; Στο γενικό; Θα πάρω αμέσως τηλέφωνο να μάθω
|
|
|
Στέφανος
|
Όχι
Ευτυχία, δεν είναι στο Γενικό
|
|
|
Ευτυχία
|
Σε
κάποια κλινική;
|
|
|
Στέφανος
|
Στο
ογκολογικό τον μετέφεραν
|
|
|
Ευτυχία
|
Μάλιστα.
Ξέρεις τι έχει;
|
|
|
Στέφανος
|
Όχι
Ευτυχία, δεν έχω ιδέα. Απλά πονούσε το στομάχι του εδώ και μέρες, έκανε
κάποιες αναλύσεις και σήμερα ο γιατρός διέταξε την μεταφορά του στο
ογκολογικό για περαιτέρω εξετάσεις. Μπορείς να ρωτήσεις τι γίνεται;
|
|
|
Ευτυχία
|
Βεβαίως
Στέφανε, μπορώ, θα ρωτήσω και θα μάθω τι συμβαίνει και θα σε ενημερώσω
|
|
|
Στέφανος
|
Ευχαριστώ
Ευτυχία. Ευχαριστώ πολύ για όλα.
|
|
|
ΣΚΗΝΗ 16η
|
(στο
νοσοκομείο)
|
Μανώλης
|
Στέφανε
|
|
|
Στέφανος
|
Κύριε
Μανώλη , πώς είσαι;
|
|
|
Μανώλης
|
Σε
άφησαν να έρθεις να με δεις;
|
|
|
Στέφανος
|
Με
άφησαν, μπορούσαν να μη με αφήσουν;
|
|
|
Μανώλης
|
Το
ζήτησα προσωπικά από τον διευθυντή , έπρεπε οπωσδήποτε να σε δω πριν..
|
|
|
Στέφανος
|
Μην
τολμήσεις να πεις καμιά ανοησία, φεύγω τώρα
|
|
|
Μανώλης
|
Δεν
μου μένει πολύς καιρός Στέφανε, γι αυτό ζήτησα να σου μιλήσω
|
|
|
Στέφανος
|
Σε
παρακαλώ μη μιλάς έτσι.
|
|
|
Μανώλης
|
Στέφανε
άκου
|
|
|
Στέφανος
|
Ακούω
προσεχτικά
|
|
|
Μανώλης
|
Κάποτε
γνώρισα μια γυναίκα. Περνούσα με τα πόδια έξω από ένα μικρό δασύλλιο με μια
μικρή παιδική χαρά και εκεί την είδα πρώτη φορά. Έψαχνε με αγωνία να βρει το μικρό της που
είχε χαθεί. Την καθησύχασα, την
βοήθησα, ψάχναμε παντού για ώρα αλλά ο μικρός ήταν άφαντος.
|
|
|
Στέφανος
|
Και
τελικά;
|
|
|
Μανώλης
|
Τελικά
τον βρήκαμε. Είχε αποκοιμηθεί μέσα σε
ένα μεγάλο πλαστικό παιχνίδι που είχε σχήμα σωλήνας. Ένα άλλο παιδάκι το
εντόπισε και μας φώναξε. Δεν φαντάζεσαι την ανακούφιση όλων . Η μάνα του το
ξύπνησε, το πήρε και έφυγαν. Έπρεπε να
το΄βλεπες, ένα μικρό ξανθό αγοράκι,
ίδιο η μαμά του, ο κόσμος χανόταν γύρω του κι εκείνο δεν πήρε είδηση.
|
|
|
Στέφανος
|
Και
αυτό ήταν;
|
|
|
Μανώλης
|
Αυτό
δεν ήταν παρά μόνο η αρχή.
|
|
|
Στέφανος
|
Συνέχισε
|
|
|
Μανώλης
|
Δεν
μπορούσα να την βγάλω από το μυαλό μου. Ήταν βλέπεις πανέμορφη! Ένα ξωτικό
βγαλμένο από ένα παραμύθι άλλης εποχής. Ψηλή, με μακριά καστανά μαλλιά. Αλλά
δεν ήταν η ομορφιά της που με τράβηξε τόσο, όχι
|
|
|
Στέφανος
|
Τότε
τι;
|
|
|
Μανώλης
|
Τα
μάτια της. Ήταν βουρκωμένα. Δεν είπαμε πολλά εκείνη την πρώτη φορά αλλά τα
μάτια της μου μίλησαν, μου είπαν σε λίγες μόνο στιγμές χιλιάδες λέξεις. Είχε
στο βλέμμα της μια απελπισία, αυτό, μια απελπισία…
|
|
|
Στέφανος
|
Φυσικό
δεν ήταν να είναι απελπισμένη; Αφού είχε χάσει το παιδί της
|
|
|
Μανώλης
|
Δεν
μιλώ μόνο για την ώρα που ψάχναμε το παιδί, αλλά και για αργότερα όταν το
βρήκαμε. Έμεινε λίγη ώρα να με κοιτάζει , μπορεί να ήταν και μερικά
δευτερόλεπτα δεν ξέρω, όμως το βλέμμα της πίσω από την ευγνωμοσύνη έκρυβε μια σιωπηλή κραυγή
βοήθειας και η ματιά της διαπέρασε το
κορμί μου σαν ηλεκτρικό ρεύμα. Και αυτό το βλέμμα το ερωτεύτηκα από την πρώτη
στιγμή.
|
|
|
Στέφανος
|
Προφανώς
όμως ήταν παντρεμένη
|
|
|
Μανώλης
|
Ναι,
έχεις δίκαιο, ήταν. Αλλά η έλξη μου για εκείνην ξεπερνούσε κάθε λογική, κάθε
κοινωνικό και ηθικό φραγμό. Γι αυτό το
μόνο που ήθελα ήταν να την ξαναδώ. Να την ξανασυναντήσω, να της μιλήσω, να
μάθω πως μια τόσο όμορφη γυναίκα μπορεί να κρύβει τόση απελπισία στο βλέμμα
της;
|
|
|
Στέφανος
|
Και;
Τα κατάφερες να την ξανασυναντήσεις ; Έμαθες ;
|
|
|
Μανώλης
|
Έμαθα
Στέφανε. Συνέχισα να πηγαίνω κάθε μέρα στο πάρκο μέχρι που ένα απόγευμα ήρθε
ξανά. Την πλησίασα και πιάσαμε
κουβέντα. Στην αρχή ήταν διστακτική, κρατούσε απόσταση, τις επόμενες φορές
όμως άρχισε να με εμπιστεύεται και σιγά σιγά άρχισε να μου ανοίγει την καρδιά
της. Κι όταν αποφάσισε επιτέλους να μιλήσει, ξέσπασε σαν χείμαρρος και τα
είπε όλα
|
|
|
Στέφανος
|
Τι
σου είπε δηλαδή;
|
|
|
Μανώλης
|
Μου
εξήγησε τι σημαίνει να ζεις σε μια κόλαση
|
|
|
Στέφανος
|
Κόλαση;
|
|
|
Μανώλης
|
Ακριβώς.
Αυτή η φυλακή είναι μηδέν μπροστά της.
Κάτι πολύ χειρότερο
|
|
|
Στέφανος
|
Τι;
τι μπορεί να είναι χειρότερο από αυτή τη φυλακή;
|
|
|
Μανώλης
|
Η
φυλακή του χείριστου είδους, αυτή που καταλύει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, να ζεις εκεί όπου φυλακίζεται όχι το σώμα
σου μόνο αλλά και η ίδια σου η ψυχή.
|
|
|
Στέφανος
|
Πες
μου λοιπόν για ποια φυλακή μιλάς ;
|
|
|
Μανώλης
|
Η
γυναίκα αυτή, ήταν παντρεμένη με έναν μισογύνη, παλιάνθρωπο δικηγόρο, έναν
από αυτούς που θεωρούν τις γυναίκες κατώτερο είδος.
Την
πάντρεψαν μαζί του με συνοικέσιο και το μόνο που έκανε εκείνος ήταν να την
κακοποιεί, σωματικά και συναισθηματικά σε σημείο εξευτελισμού.
|
|
|
Στέφανος
|
Δηλαδή
|
|
|
Μανώλης
|
Την
χτυπούσε, την έβριζε, την ζήλευε παθολογικά, δεν της επέτρεπε να δουλέψει, να
έχει κοινωνική ζωή, και η μόνη έξοδος που της παραχωρούσε ήταν αυτή η μισάωρη
βόλτα στο πάρκο κάθε απόγευμα με τα παιδιά.
|
|
|
Στέφανος
|
Παιδιά;
|
|
|
Μανώλης
|
Ναι,
δυο παιδιά. Ένα κορίτσι και ένα αγόρι.
Το κορίτσι ήταν μεγαλύτερο και σπάνια ερχόταν στο πάρκο, έμενε στο
σπίτι και μελετούσε. Αν τύχαινε και ερχόταν απέφευγα να τους πλησιάσω για να
μην εγείρω υποψίες. Καθόμουν στο απέναντι παγκάκι και κρυβόμουν πίσω από μια
εφημερίδα
|
|
|
Στέφανος
|
Και
εκείνη;
|
|
|
Μανώλης
|
Εκείνη..
ψυχή μου.. Καθόταν στο απέναντι παγκάκι και επέβλεπε τα παιδιά. Και πότε πότε
σήκωνε το κεφάλι και μου έριχνε λίγες κλεφτές ματιές όλο αγάπη. Πόση αγάπη ,
Θεέ μου , σ αυτό το βλέμμα.
|
|
|
Στέφανος
|
Σ
αγαπούσε κύριε Μανώλη;
|
|
|
Μανώλης
|
Μ’
αγαπούσε και την αγαπούσα Στέφανε. Από την πρώτη στιγμή και μέχρι τη μέρα που
θα πεθάνω θα την αγαπάω
|
|
|
Στέφανος
|
Μα
πώς είναι δυνατόν να αγαπήσεις κάποιον άγνωστο που τον συναντάς μισή ώρα τη
μέρα σε ένα πάρκο και πάντα υπό περιορισμό;
|
|
|
Μανώλης
|
Και
όμως. Η αγάπη, η αληθινή και δυνατή αγάπη δεν γεννιέται πάντα στις κατάλληλες
συνθήκες. Αντιθέτως. Όσο πιο ακατάλληλες οι συνθήκες τόσο πιο πολύ πεισμώνει
η αγάπη, σαν μικρό λουλούδι που επιμένει να ανθίζει μέσα στα χιόνια. Δεν
υπάρχει λογική εξήγηση ούτε θα μπορέσω ποτέ να σου πω πώς δυο άνθρωποι
μπορούν να νοιώσουν μεταξύ τους κάτι τόσο δυνατό, χωρίς να έχουν αγγίξει καν
ο ένας τον άλλο.
|
|
|
Στέφανος
|
Νομίζω
αντιλαμβάνομαι τι θέλεις να πεις κύριε Μανώλη.
Πες
μου όμως αφού αγαπιόσασταν τόσο πολύ, και αφού υπέφερε τόσο πολύ με εκείνο το
κάθαρμα, γιατί δεν τον χώριζε να ησυχάσει;
|
|
|
Μανώλης
|
Αχ
Στέφανε , μακάρι να ήταν τόσο απλά τα πράγματα. Αλλά στην εποχή μας ένα διαζύγιο, δεν ήταν
κάτι ούτε απλό ούτε εύκολο. Το αντίθετο.
Και
εκείνος όχι μόνο της συμπεριφερόταν
απαίσια, αλλά την απειλούσε κιόλας ότι αν τολμούσε να ζητήσει διαζύγιο, θα
της έπαιρνε την κηδεμονία των παιδιών και θα την κήρυττε ακατάλληλη για μάνα.
|
|
|
Στέφανος
|
Τι
μου λες τώρα κύριε Μανώλη; Μπορούσε να κάνει τέτοιο πράγμα;
|
|
|
Μανώλης
|
Αχ
(κραυγή πόνου)
|
|
|
Στέφανος
|
Τι;
Τι έπαθες κύριε Μανώλη;
|
|
|
Μανώλης
|
Το
στομάχι μου. Πονάω πολύ
|
|
|
Στέφανος
|
Να
φωνάξω το γιατρό ; Αν σε αναστατώνει η συζήτηση δεν χρειάζεται να συνεχίσουμε
|
|
|
Μανώλης
|
Όχι
πρέπει να σου πω… ποτέ δεν μίλησα σε κανέναν γι αυτήν την ιστορία. Εσύ όμως
πρέπει να ξέρεις. Άκουσε με, είναι πολύ σημαντικό.
|
|
|
Στέφανος
|
Εδώ
είμαι και ακούω. Εσύ μπορείς όμως να
μιλήσεις;
|
|
|
Μανώλης
|
Ναι ! Με ρώτησες πριν αν εκείνος μπορούσε να
κάνει όλα αυτά για τα οποία την απειλούσε. Και σου απαντώ. Ναι, μπορούσε, για
τα πάντα ήταν ικανός. Ήταν πολύ κακός. Είχε πολλή εξουσία στα χέρια του,
γνωριμίες, διασυνδέσεις, πλάτες. Μπορούσε άνετα να πλαστογραφήσει
ιατρικά ντοκουμέντα, να ζητήσει από
κάποιον φίλο του δικαστή να εκδώσει ένα διάταγμα για τον εγκλεισμό της σε κάποιο ίδρυμα λόγω ψυχικής ανισορροπίας,
να την καταχωνιάσει σε ένα ίδρυμα, να την κάνει φυτό και κανένας να μη μάθει
ποτέ τι απέγινε.
|
|
|
Στέφανος
|
Μάλλον
ο ίδιος ήταν ψυχοπαθής.
|
|
|
Μανώλης
|
Σαφώς
και ήταν. Ψυχοπαθής και με εξουσία. Θανατηφόρος συνδυασμός.
|
|
|
Στέφανος
|
To παλιοκάθαρμα. Αλλά εσύ τι έκανες;
|
|
|
Μανώλης
|
Εγώ
τι έκανα ; Εγώ; Αρρώστησα. Κόντευα να τρελαθώ. Επέστρεφα στο σπίτι μου και
χτυπιόμουν όλο το βράδυ άυπνος που δεν μπορούσα να κάνω οτιδήποτε για να την
βοηθήσω. Ένοιωθα, βλάκας, ανίσχυρος. Την έβλεπα κάθε απόγευμα να φεύγει με το
μωρό στο καρότσι και να με κοιτάζει με εκείνο το βουρκωμένο βλέμμα και ήθελα
να ανοίξει η γη να με καταπιεί.
Την φανταζόμουν να επιστρέφει στο σπίτι, να
κοιμάται εκεί, δίπλα του, να της βιάζει σώμα και ψυχή και εγώ μακριά, με τα
χέρια δεμένα, να μην μπορώ να κάνω τίποτα
|
|
|
Στέφανος
|
Δεν
της είπες να φύγετε μαζί;
|
|
|
Μανώλης
|
Αν
της είπα λέει; Μια φορά μόνο; Εκατό, χίλιες. Την παρακάλεσα. Την ικέτευσα. Να
πάρει τα παιδιά, μια τσάντα με τα ρούχα τους και να εξαφανιστούμε. Και θα την
γλύτωνα από τα χέρια του. Και θα την αγαπούσα όπως της άξιζε, θα τη λάτρευα,
θα την φρόντιζα, και εκείνην και τα παιδιά.
|
|
|
Στέφανος
|
Και
δέχτηκε;
|
|
|
Μανώλης
|
Όχι
Στέφανε δε δέχτηκε. Όσο κι αν ήθελα να
την βοηθήσω, εκείνη έβλεπε πιο καθαρά
και έβλεπε όλες τις δυσκολίες που υπήρχαν.
|
|
|
Στέφανος
|
Πόσο
δύσκολο ήταν να φύγετε δηλαδή;
|
|
|
Μανώλης
|
Να
φύγουμε μια κουβέντα ήταν. Άντε και φεύγαμε. Που θα πηγαίναμε; Το νησί μας,
μια σπιθαμή τόπος είναι, όπου και να πηγαίναμε θα μας έβρισκε.
Η
κόρη της ήδη πήγαινε Γυμνάσιο, όπου κι αν την έπαιρνε θα έπρεπε να την γράψει
σε νέο σχολείο, θα την εντόπιζαν, ήταν χαμένη η υπόθεση από χέρι.
|
|
|
Στέφανος
|
Αν
πηγαίνατε στο εξωτερικό;
|
|
|
Μανώλης
|
Κι
αυτή η ιδέα στριφογύριζε στο μυαλό μου. Παρόλον ότι δεν είχα πολλά λεφτά,
σκεφτόμουν τρόπους για να εξασφαλίσω το απαραίτητο ποσό για να μεταβούμε στο
εξωτερικό.
|
|
|
Στέφανος
|
Και
γιατί δεν πήγατε;
|
|
|
Μανώλης
|
Γιατί
ο άλλος ήταν διαόλου κάλτσα και όλα τα είχε σκεφτεί. Ακόμα και αυτό το
ενδεχόμενο. Και είχε εκδώσει απαγορευτικό εξόδου για τα παιδιά του.
|
|
|
Στέφανος
|
Και
εκείνη δε θα έφευγε ποτέ χωρίς τα παιδιά.
|
|
|
Μανώλης
|
Ακριβώς. Εκείνη δε θα εγκατέλειπε τα παιδιά, εκείνος
δε θα ελευθέρωνε ποτέ εκείνη και έτσι τους είχε εγκλωβίσει όλους.
Κατάλαβες
τώρα τι εννοούσα όταν σου έλεγα ότι υπάρχουν πολλά είδη φυλακής χειρότερα κι από τη δική μας
|
|
|
Στέφανος
|
Κατάλαβα. Τι έγινε όμως ;
|
|
|
Μανώλης
|
Τους
ελευθέρωσα. Αυτό έγινε. Εκείνην, τα παιδιά, όλους.
|
|
|
Στέφανος
|
Με
ποιο τρόπο;
|
|
|
Μανώλης
|
Ότι
δε λύνεται κόβεται Στέφανε. Κι όταν
βλέπεις τον άνθρωπο που αγαπάς να υποφέρει πρώτα πικραίνεσαι, μετά
εξαγριώνεσαι, γίνεσαι θηρίο και κατασπαράζεις αυτόν που τον πονάει. Δεν ελέγχεις πια τις πράξεις σου !
|
|
|
Στέφανος
|
Τον
σκότωσες, κατάλαβα καλά;
|
|
|
Μανώλης
|
Καλά
κατάλαβες.
|
|
|
Στέφανος
|
Ελευθέρωσες
εκείνην, τα παιδιά, καταδικάζοντας τον εαυτό σου σε ισόβια
|
|
|
Μανώλης
|
Πίστεψε
με δεν το μετάνιωσα στιγμή.
|
|
|
Στέφανος
|
Ούτε
για το γεγονός ότι με την πράξη σου άφησες δυο παιδιά χωρίς πατέρα;
|
|
|
Μανώλης
|
Είχες
ποτέ την εντύπωση ότι ένα κάθαρμα σαν κι αυτόν θα μπορούσε να είναι ένας
τρυφερός και στοργικός πατέρας:
|
|
|
Στέφανος
|
Σκέφτηκα
μήπως με τα παιδιά ήταν διαφορετικός.
|
|
|
Μανώλης
|
(κραυγή
πόνου)
|
|
|
Στέφανος
|
Άντε
πάλι. Κύριε Μανώλη. Πονάς πολύ. Να φωνάξουμε το γιατρό
|
|
|
Μανώλης
|
Αντέχω
λίγο ακόμα Στέφανε, μην τους φωνάξεις, θα μου χορηγήσουν μορφίνη και θα με
πάρει ο ύπνος και δεν ξέρω πότε θα έχω την ευκαιρία να σου ξαναμιλήσω.
|
|
|
Στέφανος
|
Έλα
ξάπλωσε λίγο καλύτερα, να μην πιέζεις το στομάχι σου , χαλάρωσε
|
|
|
Μανώλης
|
Εντάξει,
πέρασε
|
|
|
Στέφανος
|
Και
μετά τι έγινε με τους δυο σας; Την
ξανάδες;
|
|
|
Μανώλης
|
Μια
φορά. Κατά τη διάρκεια της δίκης όταν την κάλεσαν να μαρτυρήσει.
Η
δίκη διήρκησε περίπου ένα χρόνο και ήταν ένας εφιάλτης, κυρίως για εκείνη.
Και αυτό είναι το μόνο που νοιώθω τύψεις, που την έβαλα άθελα μου σ αυτή τη
διαδικασία
|
|
|
Στέφανος
|
Τι
εννοείς;
|
|
|
Μανώλης
|
Παρόλο
που παραδόθηκα και ομολόγησα οικειοθελώς, έπρεπε να διεξαχθεί έρευνα και εναντίον της . Και δεν μπορείς
να φανταστείς τι έγινε με τα πρωτοσέλιδα στις εφημερίδες.
«Φονιάς
μεγαλοδικηγόρου για τα μάτια της ερωμένης του»
«
Άπιστη σύζυγος και μάνα δύο παιδιών σαν νέα Μεσσαλίνα συνωμοτεί για τη
δολοφονία του συζύγου της»
Τη
μέρα που ήρθε στο δικαστήριο για να καταθέσει ήταν σχεδόν σκελετωμένη από την
ταλαιπωρία. Δεν την αναγνώρισα.
Εναντίον
της δεν υπήρχαν καθόλου στοιχεία και γύρισε στο σπίτι της, εγώ καταδικάστηκα
και από τότε δεν την ξανάδα ποτέ.
Όμως
δεν μπορώ να φανταστώ πως ήταν η ζωή της και η ζωή των παιδιών της μετά από
τόσο διασυρμό στα κανάλια.
Βλέπεις
τα κανάλια και οι δημοσιογράφοι ενδιαφέρονται μόνον να πουλήσουν τις φυλλάδες
τους με μεγάλους και βαρύγδουπους τίτλους, καθόλου δεν νοιάζονται ούτε για
την πραγματικότητα ούτε για το τι γίνεται πίσω από κλειστές πόρτες .
Και
εμείς, οι δήθεν εραστές , δεν είχαμε ποτέ αγγίξει ο ένας το χέρι του άλλου.
|
|
|
Στέφανος
|
Τι
ιστορία κι αυτή. Πρέπει να της
στοίχισε πολύ, τόσες άδικες κατηγορίες
|
|
|
Μανώλης
|
Πάρα
πολύ. Καταστράφηκε η υπόληψη της χωρίς να έχει φταίξει σε κάτι.
|
|
|
Στέφανος
|
Και
δεν ξέρεις τι απέγινε;
|
|
|
Μανώλης
|
Ξέρω
πως μετακόμισε αλλού, έφυγε από το σπίτι της, αλλά δεν έχω ιδέα που βρίσκεται
σήμερα. Κάποια γράμματα που της έστειλα μόλις μπήκα φυλακή επιστράφηκαν χωρίς
παραλήπτη. Γι αυτό ήθελα να σου μιλήσω σήμερα. Χρειάζομαι τη βοήθεια σου.
|
|
|
Στέφανος
|
Ότι
θέλεις
|
|
|
Μανώλης
|
Ο
δικηγόρος σου είναι καλό παιδί μου είπες και έξυπνος
|
|
|
Στέφανος
|
Πολύ
καλός
|
|
|
Μανώλης
|
Θέλω
να τον ειδοποιήσεις να έρθει να σε δει. Στο κελί, έχω ένα χακί φάκελο μέσα
στα πράγματα μου. Στο φάκελο βρίσκονται τα στοιχεία της και τα γράμματα που
σου είπα. Θα δώσεις το φάκελο στο δικηγόρο και θα του ζητήσεις να την βρει
και να της τα παραδώσει
|
|
|
Στέφανος
|
Αυτό
μόνο;
|
|
|
Μανώλης
|
Και
κάτι άλλο
|
|
|
Στέφανος
|
Πες
μου
|
|
|
Μανώλης
|
Δεν
μου μένει πολύς καιρός ακόμα
|
|
|
Στέφανος
|
Είπαμε
μη λες ανοησίες, εσύ θα μας θάψεις όλους
|
|
|
Μανώλης
|
Στέφανε,
άκου. Θέλω να τη δω. Ελπίζω να προλάβω να τη δω
|
|
|
ΣΚΗΝΗ 17η
|
(κουδούνι
πόρτας οικίας)
|
Άννα
|
Παρακαλώ
|
|
|
Αλέξανδρ
|
Καλημέρα
σας
|
|
|
Άννα
|
Καλημέρα
|
|
|
Αλέξανδρ
|
Είναι
η οικία της Κυρίας Άννας Ελευθερίου
|
|
|
Άννα
|
Εγώ
είμαι η Άννα Ελευθερίου
|
|
|
Αλέξανδρ
|
Κυρία
Άννα, ονομάζομαι Αλέξανδρος Κωνσταντίνου και είμαι δικηγόρος. Θα μπορούσα να
σας απασχολήσω για λίγο;
|
|
|
Άννα
|
Περί
τίνος πρόκειται;
|
|
|
Αλέξανδρ
|
Έρχομαι
εκ μέρους του πελάτη μου, κύριου Μανώλη Ονησιφόρου.
|
|
|
Άννα
|
(ταραγμένη)
Του Μανώλη;
|
|
|
Αλέξανδρ
|
Κυρία
Άννα, είστε καλά;
|
|
|
Άννα
|
Ναι,
ναι ! Απλά ξαφνιάστηκα. Έχει τριάντα χρόνια να ακούσω το όνομα του.
|
|
|
Αλέξανδρ
|
Μπορώ
να περάσω λοιπόν; Δε θα πάρει πολύ
|
|
|
Άννα
|
Ναι,
περάστε !
|
|
ΣΚΗΝΗ 18η
|
|
(τηλεφωνική
συνομιλία)
|
Ευτυχία
|
Γεια
σου Στέφανε
|
|
|
Στέφανος
|
Γεια
σου Ευτυχία
|
|
|
Ευτυχία
|
Πώς
είσαι;
|
|
|
Στέφανος
|
Καλά
είμαι εγώ, εσύ Ευτυχία ;
|
|
|
Ευτυχία
|
Καλά
κι εγώ Στέφανε, λίγο κουρασμένη από τις βάρδιες στο νοσοκομείο.
Σε
πήρα για το θέμα που με ρώτησες. Τον συγκρατούμενο σου.
|
|
|
Στέφανος
|
Τι
έμαθες;
|
|
|
Ευτυχία
|
Έχω
ένα πολύ καλό φίλο, γιατρό στο ογκολογικό. Με ενημέρωσε. Δεν είναι καλά τα
νέα Στέφανε
|
|
|
Στέφανος
|
Πες
μου, θέλω να ξέρω
|
|
|
Ευτυχία
|
Καρκίνος
στομάχου και μετάσταση σε άλλα όργανα.
|
|
|
Στέφανος
|
Πόσος
καιρός του μένει;
|
|
|
Ευτυχία
|
Όχι
πολύς
|
|
|
Στέφανος
|
Δεν
μπορεί να γίνει κάτι; Tίποτα;
|
|
|
Ευτυχία
|
Δυστυχώς
βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο. Το μόνο που μπορεί να γίνει σε αυτές τις
περιπτώσεις είναι να χορηγείται φαρμακευτική αγωγή για την αντιμετώπιση του
πόνου , να είναι υποφερτός
|
|
|
Στέφανος
|
Τον
είδα, πονάει πολύ, μου είπαν ότι του χορηγούν μορφίνη
|
|
|
Ευτυχία
|
Η
μορφίνη είναι το μόνο που βοηθά
|
|
|
Στέφανος
|
Ευτυχία
θα μου κάνεις μια χάρη;
|
|
|
Ευτυχία
|
Ότι
θέλεις Στέφανε
|
|
|
Στέφανος
|
Πριν
μερικές μέρες μου έδωσαν ειδική άδεια και μπόρεσα να πάω να τον δω. Δεν ξέρω
όμως αν και πότε θα με αφήσουν ξανά.
Θέλω,
αν μπορείς, να περάσεις εκ μέρους μου να τον δεις, να βεβαιωθείς ότι γίνονται
όλα όπως πρέπει, ότι δεν πονά.
|
|
|
Ευτυχία
|
Θα
πάω Στέφανε , αύριο πρωί πρωί
|
|
|
Στέφανος
|
Και
κάτι άλλο Ευτυχία
|
|
|
Ευτυχία
|
Ότι
θες
|
|
|
Στέφανος
|
Του
αρέσουν πολύ οι σταφίδες, πάρε του ένα σακουλάκι όταν πας
|
|
|
ΣΚΗΝΗ 19η
|
|
|
Ευτυχία
|
Γεια
σου μαμά
|
|
|
Άννα
|
Γεια
σου Ευτυχία
|
|
|
Ευτυχία
|
Τι
έχεις, γιατί κάθεσαι εδώ στα σκοτεινά; Ημικρανίες πάλι;
|
|
|
Άννα
|
Όχι
!
|
|
|
Ευτυχία
|
Τότε;
|
|
|
Άννα
|
Κάτσε,
θέλω να σου μιλήσω
|
|
|
Ευτυχία
|
Πες
μου μαμά, τι συμβαίνει;
|
|
|
Άννα
|
Έχει
σχέση με αυτό που συζητήσαμε προχθές
|
|
|
Ευτυχία
|
Μαμά,
σε παρακαλώ, δε θέλω να ανοίξουμε πάλι αυτή τη συζήτηση
|
|
|
Άννα
|
Όχι
Ευτυχία, για κάτι άλλο πρόκειται ή μάλλον για κάποιον άλλο
|
|
|
Ευτυχία
|
Ποιον
άλλο;
|
|
|
Άννα
|
Θυμάσαι
τότε , μετά τον θάνατο του πατέρα σου έγινε μια δίκη
|
|
|
Ευτυχία
|
Ναι
, σου είπα θυμάμαι τα πάντα μαμά. Και τα πρωτοσέλιδα, και τα βλέμματα των
συμμαθητών μου και τα γέλια τους πίσω από την πλάτη μου
|
|
|
Άννα
|
Λυπάμαι
πολύ κόρη μου που το πέρασες όλο αυτό
|
|
|
Ευτυχία
|
Λοιπόν,
γιατί τα σκαλίζουμε τώρα αυτά μαμά
|
|
|
Άννα
|
Χθες
ήρθε ένας δικηγόρος και με βρήκε
|
|
|
Ευτυχία
|
Δικηγόρος; Γιατί ;
|
|
|
Άννα
|
Ήρθε
να με ενημερώσει ότι ο Μανώλης είναι πολύ βαριά άρρωστος και ζήτησε να με δει
|
|
|
Ευτυχία
|
Ο
Μανώλης; Ο εραστής σου και δολοφόνος του πατέρα μου;
|
|
|
Άννα
|
Ποτέ
δεν ήμασταν εραστές κόρη μου. Αυτά ήταν βλακείες των εφημερίδων
|
|
|
Ευτυχία
|
Και
τότε γιατί σκότωσε τον πατέρα μου;
|
|
|
Άννα
|
Εγώ
φταίω Ευτυχία. Ο πατέρας σου δεν υπήρξε και πολύ καλός μαζί μου
|
|
|
Ευτυχία
|
Κι
αυτό το θυμάμαι. Σε χτυπούσε, σε έβριζε, αλλά ο άλλος γιατί τον σκότωσε;
|
|
|
Άννα
|
Εγώ
μιλούσα στον Μανώλη, όταν έπαιρνα τον αδερφό σου στην παιδική χαρά. Του έλεγα
τα παράπονα μου, κάποτε έκλαιγα, συχνά με έβλεπε χτυπημένη. Εγώ ανακουφιζόμουν που του
μιλούσα αλλά δεν καταλάβαινα ότι φόρτωνα εκείνον με τη δυστυχία μου.
|
|
|
Ευτυχία
|
Σε
σημείο που ένοιωσε ότι είχε την ευθύνη εκείνος να σε σώσει;
|
|
|
Άννα
|
Εγώ
φταίω Ευτυχία όχι εκείνος. Ήμουν
αδύναμη και δεν μπορούσα να σωθώ και ανάγκαζα κι εκείνον να με βλέπει
δυστυχισμένη.
|
|
|
Ευτυχία
|
Ναι,
μαμά φταίεις. Γιατί τον πατέρα μου τον σκότωσε ενώ θα μπορούσε να βρεθεί
κάποια άλλη λύση.
|
|
|
Άννα
|
Ίσως
να μπορούσε να βρεθεί, αλλά ίσως και αν έμεναν τα πράγματα ως είχαν, κάποια
στιγμή ο πατέρας σου να σκότωνε εμένα Ευτυχία.
|
|
|
Ευτυχία
|
Και
τώρα τι γίνεται μαμά; Τι θες από μένα;
|
|
|
Άννα
|
Σκοπεύω
να πάω να τον δω αύριο και ήθελα να το ξέρεις
|
|
|
Ευτυχία
|
Δεν
ξέρω πως πρέπει να νοιώσω γι αυτό
|
|
|
Άννα
|
Κοίταξε
Ευτυχία, είτε ορθά είτε λανθασμένα, ο άνθρωπος αυτός πέρασε τριάντα χρόνια
από τη ζωή του σε ένα κελί, κάνοντας κάτι που θεωρούσε ότι θα γλύτωνε
εμένα. Και τώρα τριάντα χρόνια μετά πεθαίνει,
ζήτησε να με δει, δεν μπορώ να αρνηθώ.
Βρες μέσα σου τη δύναμη να τον συγχωρέσεις
|
|
|
Ευτυχία
|
Εντάξει
μαμά. Αφού είναι τόσο σημαντικό για σένα θα σε πάω αύριο εγώ
|
|
|
ΣΚΗΝΗ 20η
|
|
|
Άννα
|
Μανώλη
|
|
|
Μανώλης
|
Άννα,
ήρθες;
|
|
|
Άννα
|
Ήρθα
Μανώλη
|
|
|
Μανώλης
|
Άννα,
δεν το πιστεύω, πόσο όμορφη είσαι. Πόσα χρόνια έχει να δω αυτά τα μάτια Άννα
μου
|
|
|
Άννα
|
Μανώλη,
πώς είσαι;
|
|
|
Μανώλης
|
Εδώ,
στολισμένος από πάνω μέχρι κάτω, δε βλέπεις;
|
|
|
Άννα
|
Ούτε
εσύ άλλαξες
|
|
|
Μανώλης
|
Μου
έλειψες πολύ ψυχή μου
|
|
|
Άννα
|
Κι
εμένα, πολύ
|
|
|
Μανώλης
|
Νομίζω
πως ήταν χτες που καθόμασταν στο παγκάκι και μιλούσαμε
|
|
|
Άννα
|
Χτες
ήταν Μανώλη, μια μέρα πέρασε
|
|
|
Μανώλης
|
Έλα
κάτσε δίπλα μου, δώσε μου το χέρι σου Αννούλα
|
|
|
Άννα
|
Είσαι
παγωμένος Μανώλη
|
|
|
Μανώλης
|
Θα
το ζεστάνεις τώρα εσύ. Πες μου, πώς πέρασε η ζωή σου Άννα;
|
|
|
Άννα
|
Πέρασε
Μανώλη. Η δική σου πώς πέρασε;
|
|
|
Μανώλης
|
Κι
η δική μου πέρασε , πολύ γρήγορα Άννα
|
|
|
Άννα
|
Λυπάμαι
που την πέρασες στη φυλακή εξαιτίας μου Μανώλη
|
|
|
Μανώλης
|
Μη
Λυπάσαι Άννα. Δεν με πείραξε η φυλακή. Άλλο με πείραξε
|
|
|
Άννα
|
Ποιο;
|
|
|
Μανώλης
|
Που
δεν είχα έστω μια φωτογραφία να βλέπω τα μάτια σου
|
|
|
ΣΚΗΝΗ 21η
|
|
|
Στέφανος
|
Ευτυχία
|
|
|
Ευτυχία
|
Καλημέρα
Στέφανε
|
|
|
Στέφανος
|
Χαίρομαι
που ήρθες
|
|
|
Ευτυχία
|
Ήθελα
να σε δω
|
|
|
Στέφανος
|
Κι
εγώ ήθελα να σε δω
|
|
|
Ευτυχία
|
Και
να σου πω συλλυπητήρια
|
|
|
Στέφανος
|
Ευχαριστώ
πολύ
|
|
|
Ευτυχία
|
Τον
αγαπούσες πολύ έτσι δεν είναι;
|
|
|
Στέφανος
|
Πολύ
Ευτυχία, ήταν ο πατέρας που δεν είχα ποτέ. Μ έμαθε πολλά
|
|
|
Ευτυχία
|
Μπορώ
να σε ρωτήσω κάτι ;
|
|
|
Στέφανος
|
Ρώτα
με Ευτυχία
|
|
|
Ευτυχία
|
Σου
είπε καμιά φορά ο Μανώλης το λόγο που μπήκε φυλακή;
|
|
|
Στέφανος
|
Ναι,
λίγο πριν πεθάνει με κάλεσε στο νοσοκομείο, μου είπε την ιστορία του
|
|
|
Ευτυχία
|
Ήξερες
ποια είναι η γυναίκα ;
|
|
|
Στέφανος
|
Ναι
|
|
|
Ευτυχία
|
Ήξερες
ότι είναι η μητέρα μου;
|
|
|
Στέφανος
|
Ναι
|
|
|
Ευτυχία
|
Και
τι άλλο ήξερες;
|
|
|
Στέφανος
|
Ότι
οι δύο αυτοί άνθρωποι αγαπήθηκαν πολύ Ευτυχία. Αγαπήθηκαν αλλά δεν μπορούσαν
να είναι ποτέ μαζί .
Και
ίσως τότε ήταν δύσκολο να το καταλάβεις γιατί ήσουν μικρή αλλά τώρα..
|
|
|
Ευτυχία
|
Τώρα
καταλαβαίνω πολύ καλά τι σημαίνει να αγαπάς κάποιον πάρα πολύ και να μην
μπορείς να είσαι μαζί του Στέφανε
|
|
|
Στέφανος
|
Και
εγώ καρδιά μου ! Αλλά μια δυνατή αγάπη δεν σημαίνει πάντα μαζί !!
Έτσι
όπως ένας εγκλεισμός δε σημαίνει πάντα φυλακή. Έτσι όπως μια άνεση κινήσεων
δε σημαίνει πάντα ελευθερία. Κοίτα το
ρολόι, δείχνει 11:11
|
|
|
Ευτυχία
|
11:11 ο αριθμός της αγάπης
|