Νέα μέρα νέο επεισόδιο, ακόμα εδώ
Από τις τρεις χιλιάδες σκέψεις
που περνούν από το μυαλό μου κάθε μέρα καταφέρνω να περισώσω λίγες και να τις
γράψω μέσα σε αυτά τα ημερολόγια.
Νιώθω ότι πλησιάζει το τέλος αν
δεν ήρθε κιόλας μιας εποχής. Ζω τα τελευταία ίσως επεισόδια της προηγούμενης
μου ζωής. Μη μου ζητήσεις να σου το
μετρήσω σε χρόνια. Θα μπορούσαμε να το μετρήσουμε από την ημερομηνία του
δεύτερου διαζυγίου τέτοιες μέρες το 2013. Αλλά αν θέλαμε να το καταμετρήσουμε
με περισσότερη ακρίβεια τότε θα υπολογίζαμε τριάντα δύο περίπου χρόνια.
Σωματικά δεν είμαι στα καλύτερα
μου, είμαι λίγο πιο κάτω από το κάτω. Με έπιασε εκείνη η μελαγχολία του μόνιμου
εσωτερικού μου Χειμώνα και μου αφαίρεσε πολλά.
Εκείνες τις εβδομάδες που κάποτε γίνονται μήνες εξαφανίζεται η Μαρίνα.
Μένει η εργαζόμενη, η μάνα που ψωνίζει, καθαρίζει μανιωδώς το σπίτι και
μαγειρεύει και μετά κάθομαι με τις ώρες πάνω στον καναπέ σαν ζόμπι και προσπαθώ
να βρω κάτι να με απορροφήσει να πάω σε άλλη διάσταση, να μην υπάρχω μέσα στη
ζωή μου. Είναι κουραστικό να νιώθω ότι
ζω τη ζωή μου ακόμα και τις ώρες που έχω για να ξεκουραστώ. Εδώ και χρόνια
κοιμάμαι με το κινητό δίπλα μου στο κρεβάτι.
Ήθελα μανιωδώς να ακούσω ένα καλό
νέο να αναπτερωθεί λίγο το ηθικό μου. Θα
σου πω κάτι άσχετο που ίσως στην πορεία των ετών να εντοπιστεί κάποιο βαθύτερο
νόημα.
Πριν όμως σου πω αυτό να σου πω
ότι ήταν δύσκολος αυτός ο Χειμώνας. Είχε απώλεια, είχε πένθος, είχε μια
τεράστια δόση ενοχής. Πιο δύσκολα πλέον
το σώμα γιατρεύει τις πληγές του και η νέα πληγή προστίθεται πάνω στην προηγούμενη
που και εκείνη δεν έκλεισε πλέον καλά.
Με άγγιξε πριν λίγες μέρες ένας
άνθρωπος, έτσι όπως περπατούσαμε, λίγα βήματα πιο μπροστά εγώ και εκείνος
άπλωσε το χέρι του στον ώμο του, λίγο προστατευτικά και λίγο κάτι άλλο
απροσδιόριστο και ξαφνιάστηκαν τα κύτταρα μου σαν την γάτα που πετάγονται οι τρίχες
της την ώρα που απλώνεις το χέρι σου να την χαϊδέψεις όταν τρώει.
Τρεις φορές με άγγιξε με εκείνο
το ανεπαίσθητο λίγο άγγιγμα λίγο σπρώξιμο να σε προσέξω γιατί διασταυρώνουμε
τον δρόμο, εκείνο το άγγιγμα του είμαστε δυο άγνωστοι και απλά περπατάμε δίπλα
δίπλα γιατί έτυχε αυτό το βράδυ σε αυτόν τον δρόμο να είμαστε δίπλα δίπλα χωρίς
να νιώθουμε τίποτα ο ένας για τον άλλο και χωρίς να έχουμε εκφράσει κανένα
συναίσθημα.
Αλλά ίσως η ανάγκη να αγγίξεις
έναν άγνωστο χωρίς καμιά ερωτική πρόθεση, έτσι όπως αγγίζεις ανεπαίσθητα τα
χείλη σου πάνω σε μια ιερή εικόνα, να είναι και αυτό από μόνο του ένα
συναίσθημα.
Και άντε να εξηγήσεις σε εκείνον
τον άνθρωπο που θα απλώσει το χέρι του επάνω σου για να σε αγγίξει, ότι πρώτα
θα κλάψεις από τον πόνο των ετών που πέρασαν που έμενες ανέγγιχτος και μετά
ήρεμα θα κάτσεις να απορροφήσεις το χάδι του.
Έτσι έρχεται κάποτε εξ απροόπτου
ένα χάδι, λες και ήταν μια ακτίνα του ήλιου που πάει και βρίσκει τον σπόρο που
είναι βαθιά θαμμένος μέσα στο χώμα Και άντε να εξηγήσεις σε εκείνον τον άνθρωπο
που θα απλώσει το χέρι του επάνω σου για να σε αγγίξει, ότι πρώτα θα κλάψεις
από τον πόνο των ετών που πέρασαν που έμενες ανέγγιχτος και μετά ήρεμα θα
κάτσεις να απορροφήσεις το χάδι του, απαλά και του λέει «έλα είναι ώρα να
ξυπνήσεις». Έτσι ξύπνησε κι εμένα και μέχρι να πάω σπίτι θυμήθηκα πώς είναι να
είσαι ζωντανή.
Κι άμα το θυμηθείς, το
ξαναπιάνεις από την αρχή
Άνοιξη