Είναι η κηδεία
του θείου σήμερα. Δύσκολη μέρα,
παράξενη, είμαι στο γραφείο αλλά δεν έχω όρεξη να δουλέψω άλλο.
Δεν νιώθω
όμορφη νιώθω θλιβερή και μουδιασμένη και βαθιά ανεπιθύμητη.
Είναι από
εκείνες τις ημέρες που σου λείπει περισσότερο από τις υπόλοιπες μέρες εκείνος ο
δικός σου άνθρωπος. Εκείνος που θα μπορούσε να σου δώσει δύναμη, να είναι δίπλα
σου, να κρατήσει εκείνος στο τιμόνι και να κάτσεις στη θέση του συνοδηγού και
να έχεις την πολυτέλεια να βιώσεις τα συναισθήματα σου. Αλλά αυτή η πολυτέλεια
μου έχει αφαιρεθεί εδώ και καιρό. Μου
αφαιρέθηκε όταν μου δόθηκε αυτός ο ρόλος που έπρεπε όλα να τα αναλάβω εγώ.
Νιώθω αυτή την
πίκρα να εξαπλώνεται στο σώμα μου και να με παραλύει και μόνο εγώ μπορώ να κόψω
τις φλέβες μου και να ρουφήξω τούτο το φαρμάκι και να το φτύσω. Ξέροντας ό,τι
και πάλι μετά από μέρες ή μήνες και πάλι θα αναπαραχθεί. Τόσα χρόνια κάνω τη διαδικασία αυτή που έμαθα
πότε φούλαρα και πότε είναι η ώρα να θεραπευτώ.
Ήξερα και ποια ήταν η θεραπεία αλλά μέχρι τότε πρέπει να το κάνω και
αυτό για μένα όπως και όλα τα άλλα. Κρατιέμαι από παλιές αγάπες, κρατιέμαι από
όμορφες αναμνήσεις, κρατιέμαι από τις πιθανότητες να έρθει κάτι όμορφο και πάλι
στο μέλλον.
Αλλά ποτέ δεν
θα απαντηθεί εκείνο το γιατί,
Πριν λίγες
νύχτες είδα όνειρο τον Α. Καθόταν στην μπλε πολυθρόνα και εγώ καθόμουν στα
γόνατα του. Έβαλε τα δάχτυλα του στο
σώμα μου και μετά τα έφερε στην μύτη του και τα μυρίστηκε και έκανε ένα
μορφασμό παράξενο σάμπως και δεν του άρεσε η μυρωδιά μου. Εγώ νευρίασα και
σηκώθηκα από τα γόνατα του και πήγα στο διπλανό δωμάτιο. Μετά μου πέρασε και ήρθα και πάλι πίσω. Ο
συγκεκριμένος ποτέ δεν με έκανε να νιώσω έτσι, το μυαλό μου έκανε σενάρια άσχετα.
Πέρασαν όμως
εποχές που ήμουν με κάποιον που ένιωθα ό,τι με αηδίαζε και είναι το χειρότερο
που μπορεί να σε κάνει κάποιος να νιώσεις.
Τη ζημιά που σου κάνει ένας άνθρωπος ο οποίος έχει πρόβλημα με τον εαυτό του και αυτό το πρόβλημα το μεταθέτει σε εσένα, ένας άνθρωπος που είναι αντι-ερωτικός και προσπαθεί να δικαιολογήσει την απέχθεια του αντικειμενοποιώντας σε ως εκπρόσωπο αυτού του οποίου απεχθάνεται. Πώς λίγο λίγο μετά από την αργή και σταθερή καθημερινή απόρριψη σου εκπληρώνεις τις «κατηγορίες» της απόρριψης και μετατρέπεσαι σε ένα ον χωρίς σεξουαλικότητα, χωρίς λίμπιντο, χωρίς αυτό-αγάπη, χωρίς αυτό-φροντίδα, χωρίς καμιά όρεξη για να εκπληρώσεις τις βαθύτερες σου επιθυμίες αφού την μια μετά την άλλη τις καταργείς για το χατήρι της συνέχισης μιας σχέσης που σιγά σιγά σε σκοτώνει.
Σου λέει σ’
αγαπώ αλλά δε σ΄αγαπάει γι’ αυτό που είσαι. Γιατί είσαι γεννημένος για να
φτάσεις ψηλά σαν δέντρο που είσαι αλλά εκείνος σε θέλει καλουπωμένο και σε
κόβει κάθε μέρα λίγο εδώ και λίγο εκεί και για να είσαι όμορφο δε, μπονζάι δε
να σε έχει στην γωνιά να σε καμαρώνει. Σ’ αγαπάει αλλά κρυφά σε αηδιάζει και
για να πηδήξει θέλει να σε πλύνει από πάνω ως κάτω με μπετατίνες, να γίνεις
μπλε και κίτρινη να μην μυρίζεις γυναίκα.
Να είσαι αποτριχωμένη, κι άμα σε κοντέψει και κάτι δεν του αρέσει με το
μάτι θα σε ζυγίσει λες και είσαι κομμάτι κρέας κρεμασμένο στο τσιγκέλι, με
κριτικό μάτι, με σκέψη και σύνεση και στο τέλος θα αποφασίσει ό,τι σήμερα δε θα
σε πάρει. Και άντε μετά να φύγεις από την ψυχή σου αυτήν την ρετσινιά. Ό,τι δεν
είσαι αρκετά όμορφη, αρκετά ποθητή, αρκετά γυναίκα.
Αλλά πέρασαν τα
χρόνια και είπες να δώσεις τέλος σ αυτόν τον σαδισμό και έφυγες. Έμειναν εκεί οι λέξεις, τα βλέμματα
απόρριψης, τα σκουντήματα, οι τσακωμοί, τα γιατί. Ο απόηχος μιας δήθεν αγάπης που ήταν μια
παρωδία.
Και μετά ήρθε ο
πόθος και σου έδειξε το πρόσωπο του. Υπήρχε
στις πέτρες και στα κύματα, στα πίσω καθίσματα των γεμάτων ανάσες αυτοκινήτων, στο γέλιο, στα
ξύλινα σκαλιά και στο βλέμμα του, όταν είσαστε γυμνοί, όταν είσαστε ντυμένοι
και όταν κρατούσατε μόνο τα χέρια.
Όταν ένας
άντρας σε ποθεί τότε ναι ανθίζεις. Τότε νοιάζεσαι, τότε γίνεσαι γυναίκα, πιο
γυναίκα από πριν, αλλάζει και η μυρωδιά σου και η στάση του σώματος σου, η
επιδερμίδα σου και τα πάντα.