Είναι που δεν γνωρίζουν πόσα βράδια αξημέρωτα σου πήρε για να κολλήσεις τα κομμάτια σου τόσο περίτεχνα ώστε να φαίνεσαι και πάλι ολόκληρος. Είναι που δεν γνωρίζουν πως η ψυχή σου είναι τόσο βαριά δηλητηριασμένη που τρίζουν τα γόνατα σου σε κάθε βήμα. Είναι που δεν βλέπουν αυτόν τον θρόμβο από θανάσιμο μίσος που κυλά στις αρτηρίες σου από τότε που θυμάσαι. Αυτό που βλέπουν και γνωρίζουν είναι αυτό που τους δείχνεις. Γιατί τόσα χρόνια φοράς αυτή τη μάσκα που έχει πια γίνει ένα με το πρόσωπο σου. Και όλοι σε θαυμάζουν και σε λένε δυνατό και όλοι σε θέλουν γιατί τους κάνεις πάντα να γελούν και δίνεις τον καλύτερο σου εαυτό. Είναι που δεν γνωρίζουν πόσο καλά έχεις κρυμμένο τον χειρότερο σου εαυτό. Εξάλλου και πιο στυγεροί δολοφόνοι είναι πάντα οι πιο συνηθισμένοι άνθρωποι, άνθρωποι πέραν πάσας υποψίας. Και όλοι δολοφόνοι είμαστε, όλοι κάτι έχουμε σκοτώσει, τη ζωή μας, τα όνειρα μας, τις ελπίδες τις δικές μας ή αυτού που απέθεσε σε μας την ευτυχία του, σκοτώνουμε κάθε μέρα την ώρα μας, ανούσια και άσκοπα μηδενίζουμε την ύπαρξη μας, με την ίδια ευκολία που συνθλίβουμε με το δείχτη το μυρμήγκι που περπατά πάνω στο τραπέζι μας. Κι αν ο έρωτας πετάξει λίγο γύρω σου, φτερά έχει και θα πετάξει και πάλι μακριά, κι αν έρχεται με όμορφα λόγια και υποσχέσεις και σε ζεσταίνει σαν ήλιος σε εγκαταλείπει σύντομα, ένα αναπάντεχο μπλακ-άουτ στην καταιγίδα, που σε αφήνει μόνο στο σκοτάδι να χτυπάς πάνω στους τοίχους ψηλαφίζοντας για σπίρτα και κεριά, σβήνει κάπου εκεί πριν το ζενίθ.
Οι πιο σκληροί είναι αυτοί που έρχονται με τις καλύτερες προθέσεις και μεγάλες προσδοκίες. Σπάνε τις πύλες και μπαίνουν σαν καταχτητές, λεηλατούν και αρπάζουν ότι πολυτιμότερο, γεμίζουν τα μπαούλα με λάφυρα και φεύγουν. Χτίσε πιο ψηλά τείχη, πιο γερά τείχη…... χτίσε τα με το χώμα που σε έκαναν να κυλιέσαι, χτίσε τα με το αίμα απ’ τις πληγές σου, με τα δάκρυα σου, να μην τρέχουν άσκοπα, και το σάλιο που τρέχει από την αηδία σου. Χτίσε γερά!
Κι ας μείνει το μίσος, να ρίχνει στην άμμο της καρδιάς σου άγκυρα και αναδεύεται στα έγκατα βυθισμένο όλο και πιο βαθιά. Ας μείνει η αλήθεια που είναι πολύ σκληρή για να την αντέξεις.
Μη ζητάς από τη ψυχή σου τα ρέστα, τα κτήνη για χρόνια σου χτυπούσαν τοξικές ενέσεις ανθρωπιάς, που σου βίαζαν το είναι σου με τόση αγάπη, δίπλα σου κοίτα και βρες τα .
Άνθρωπος που έχει στερέψει από δάκρυα δε φοβάται πια ούτε διάβολο ούτε Θεό.
ΜΣ (τα κυνικά)
Οι πιο σκληροί είναι αυτοί που έρχονται με τις καλύτερες προθέσεις και μεγάλες προσδοκίες. Σπάνε τις πύλες και μπαίνουν σαν καταχτητές, λεηλατούν και αρπάζουν ότι πολυτιμότερο, γεμίζουν τα μπαούλα με λάφυρα και φεύγουν. Χτίσε πιο ψηλά τείχη, πιο γερά τείχη…... χτίσε τα με το χώμα που σε έκαναν να κυλιέσαι, χτίσε τα με το αίμα απ’ τις πληγές σου, με τα δάκρυα σου, να μην τρέχουν άσκοπα, και το σάλιο που τρέχει από την αηδία σου. Χτίσε γερά!
Κι ας μείνει το μίσος, να ρίχνει στην άμμο της καρδιάς σου άγκυρα και αναδεύεται στα έγκατα βυθισμένο όλο και πιο βαθιά. Ας μείνει η αλήθεια που είναι πολύ σκληρή για να την αντέξεις.
Μη ζητάς από τη ψυχή σου τα ρέστα, τα κτήνη για χρόνια σου χτυπούσαν τοξικές ενέσεις ανθρωπιάς, που σου βίαζαν το είναι σου με τόση αγάπη, δίπλα σου κοίτα και βρες τα .
Άνθρωπος που έχει στερέψει από δάκρυα δε φοβάται πια ούτε διάβολο ούτε Θεό.
ΜΣ (τα κυνικά)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου