Σάββατο 15 Σεπτεμβρίου 2018

η φοινιτζιά


Σεπτέβρης 15

Στο δωμάτιο μου, στο μικρό μου σπίτι στα Λιβάθκια

αγαπημένη μου

ερώτησε με σήμερα ένας καλός φρεντ γιατί έσιει μέρες να γράψω ...
η αλήθκεια είναι ότι έκοψα λίγο πίσω τζιαι επίσης δεν ήθελα να γράφω για να γράφω, ήθελα να γράψω όταν έχω κάτι σημαντικό να γράψω
επίσης οι μέρες τούτες ήταν παράξενες και ήμουν παγωμένη. Μπήκα στη διαδιακασία που μπαίνω όταν μου συμβαίνουν πολλά και δεν ξέρω που θα τα βάλω, έτσι τα αφήνω σε μια κατάσταση αναμονής .. και εγώ παγώνω συναισθηματικά, σβήνω ένα πράμα και απλά αφήνω σε λειτουργία το μέρος του εαυτού μου που εκτελεί τις βασικές λειτουργίες, ξέρεις, να σηκωθώ, να πάρω το μωρό σχολείο, να πάω δουλειά
είμαι καταπληκτικά καλή στις βασικές μου λειτουργίες μπορώ να πω, εμπήκα σε φόρμα και τάξη και όλα πήγαιναν ρολόι, όλα μηχανικά όμως
κατά τα άλλα .. πέρασα ένα μεγάλο ψυχολογικό σοκ..
πήγα να δω το θείο μου, αναγκαστικά γιατί απέφευγα να πάω, αν και είχε καιρό που μου ελάλεν η μάνα μου ότι δεν ήταν καλά, αλλά βλέπεις έκανα την ίδια μαλακία που έκανα και όταν μπήκε η γιαγιά μου στο γηροκομείο. Μέσα σε ένα χρόνο πήγα δύο με τρεις φορές απλά και μόνον γιατί λυπόμουν να την βλέπω στο γηροκομείο, και έκανα τούτη την ηλιθιότητα, να μην πηγαίνω, Πήγαινα στη Λευκωσία δουλειά και κάθε μέρα περνούσα από το γηροκομείο και το έβλεπα και έλεγα θα πάω αύριο και αύριο έλεγα θα πάω αύριο μέχρι που η γιαγιά μου ήταν ετοιμοθάνατη και αναγκαστικά πήγα να την αποχαιρετίσω..
και τώρα έκανα την ίδια μαλακία, δεν επήγαινα να δω το θείο μου αν και πριν πήγαινα, πήγαινα και παίζαμε κάποτε σκάκι και πήγα πέρσι και μου έδωσε δέντρα και έφερα στην αυλή μου να φυτέψω, μια συτζιά μια μεσπιλιά
τώρα όμως ήρθε η κόρη του να τον δει από Καναδά και έπρεπε να πάω να δω και την ξάδερφη μου να μη φανώ τέλεια γαιδούρα και πήγα, στο σπίτι του θείου μου και ..
τον βρήκα στον καναπέ να κάθεται, του εβάλαν από κάτω ένα κουιλτ να είναι μαλακά και τα πόδια του ήταν διπλωμένα και ακουμπημένα στο τραπεζάκι, τα χείλη του έτρεμαν, τα πόδια του έτρεμαν και ήταν ο μισός από την τελευταία φορά που το είδα. Και εγώ ένιωσα η πιο ηλίθια ηλιθια στον κόσμο που έκαμα τόσο καιρό να πάω να τον δω..
ερώτησε με πώς πάνε τα δέντρα
έχει ακόμα τα μυαλά του και έχει εκείνο το χιούμορ του και εκείνο το χαμογελάκι του ...
είναι ο αγαπημένος μου θείος και τσακώθηκα μαζί του πριν χρόνια γιατί εγώ έκοφκα τις πατάτες με έναν τρόπο και εκείνος μου είπε ότι της έκοφκε με άλλο τρόπο, ενευρίασα τζιαι έφυγα ..
τωρά άλλαξα , επεράσαν το χρόνια, δεν νευριάζω για το σχήμα των πατατών ούτε για τίποτα, σπάνια νευριάζω πια
επί πέντε λεπτά επροσπαθούσε να βάλει το πόδι του μέσα στην δερμάτινη του καφέ παντόφλα
εκορακούσε το μεγάλο του δάχτυλο πουπάνω και δεν έμπαινε το πόδι του μέσα
και εγώ έβλεπα και δεν ελάλουν τίποτε να μεν τον προσβάλω, η κόρη του εθώρεν τζιαι δεν ελάλεν τίποτε να μεν τον πληγώσει, εσιωπήσαμε τζιαι εκαρτερούσαμεν να το βάλει μόνος του να μεν νιώσει άχρηστος τζιαι ανήμπορος

το πρωί ήρτεν ένας νεαρούλης τζιαι μου εκλάδεψεν την φοινιτζιά, είσιε κάτι εργαλεία τζιαι εσκαρφάλωσεν τζει πάνω, έκαμεν θκυο ώρες να κατεβεί
έδωσα του πενήντα ευρώ, εζήτησε νερό, ερώησα τον αν θέλει φαί, σάντουιτς, είπε όι μόνο νερό, μετά εζήτησε μπύρα είχα μια που τα πέρσι το καλοτζαίρι έληξε εν την έθελε, έδωσα του σιοκολάτα, είναι που το Μπαγκλατές λαλεί τζιαι είπε μου θέλει τζιαι το κατζέλι βάψιμο, ξέρω το είπα του αλλά εν έχω άλλα λευτά, άλλη φορά....
η φοινιτζιά μου εν η πιο ψηλή του δρόμου, θωρώ την τζιαι καμαρώνω


που ήμουν μιτσιά, έππεφτα τη νύχτα τζιαι έκλαια άμπα τζιαι πάθει τίποτε ο παπάς μου
γιατί ο παπάς μου δεν ήταν τζιαμέ να πάω να του πω είδα άσιημο όνειρο ή να του πω καληνύχτα ούτε τηλέφωνα είχαμε να πιάνουμε ότι ώρα θέλουμε
έπρεπε να καρτερώ που τη μια Κυριακή ως την άλλη για να τον ξαναδώ ζωντανό για να ξέρω ότι εν έπαθε τίποτε

(εν ηξέρω τι είναι σιειρότερο να μεν έσιεις κανένα ή να έσιεις τζιαι να φοάσαι να μεν πάθει τίποτε)

ξέρω ότι ο φόος εν ο ίδιος ότι ηλικία τζαι αν είσαι, ότι ηλικία τζιαι να είναι ο γονιός σου

η φοινιτζιά είναι πόξω που το παράθυρο της κάμαρης μου τζιαι τη θωρώ τζιαι τωρά έτσι ψιλοκλαδεμένη που είναι εν πολλά όμορφη







1 σχόλιο:

  1. Ξέρεις περίμενα με ανυπομονησια γραπτό σου.Αναρωτήθηκα τι να συμβαίνει όμως γνωρίζω ότι οι συγγραφείς γράφουν όταν η έμπνευση έρχεται αστραπιαία και όταν το συναίσθημα ξεχειλίζει. Η έκφραση σου ζωντανή και μεστή. Σε αγαπώ και για αυτό μαζί με όλα όσα περιέχεις που είναι πλούσια ώριμα και αληθινά. Μου αρέσει πολύ η ντοπολαλιά .Σε ευχαριστώ για την παρουσία σου

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Νοέμβρης

  Αρέσκει μου τούτη η εποχή Έσιει μια γλυκάδα που δεν την έσιει κανένα καλοκαίρι. Ούτε πυρώνεις ούτε κρυώνεις, είσαι άνετος εσύ μέσα στο σώμ...