ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ
Γύρισε στο σπίτι πολύ αργά. Τον βρήκε να κοιμάται μπρούμυτα στον καναπέ. Στάθηκε για λίγο να τον κοιτάζει. Λες και τον κοίταζε για πρώτη φορά. Η αναπνοή του μόλις που ακουγόταν. Η γάτα κοιμόταν δίπλα του όπως πάντα, προστατευτική.
Έλεγε πως δεν είχε πολιτικές φιλοδοξίες μα για αυτήν ήταν πιο σημαντικός από όλα τα αξιώματα του κόσμου.
Τον χαίδεψε απαλά και αυτός ξύπνησε. Της έκανε χώρο και αυτή κάθισε δίπλα του.
-Καλοσώρισες, της είπε. Έβλεπα ένα παράξενο όνειρο. Θέλεις να το ακούσεις;
Έγνεψε με το κεφάλι της ναι. Και έκλεισε τα μάτια να το ονειρευτούν μαζί.
- Λοιπόν .. ήμουν ναυτικός .. ζούσα στην Ιταλία …και μπάρκαρα για ένα νέο ταξίδι. Σ΄ένα καράβι χωρίς ναύτες , μόνο εγώ, η θάλασσα και το τιμόνι. Χιλιάδες λεύγες μακριά από την κακία των ανθρώπων. Ταξίδευα για μέρες.
Ένα νησί με περίμενε στο τέρμα του ορίζοντα.
Εκεί με περίμενες εσύ.
Καθόσουν στην ακτή, σαν να περίμενες ακίνητη για αιώνες, γύρω σου χιλιάδες φίδια. Δεν σε άγγιζαν μα σε είχαν φυλακισμένη στην καυτή άμμο.
Μόλις πάτησα το πόδι μου στην άμμο, όλα τους τράπηκαν σε φυγή και χάθηκαν βαθιά μέσα στη ζούγκλα.
Όλα εκτός από ένα μαύρο που προτού φύγει, κάρφωσε τα δόντια του στο τρυφερό σου δέρμα.
Εγώ έτρεξα κοντά σου και πήρα το χέρι σου και το έφερα στο στόμα μου.
Ρούφηξα το δηλητήριο και το έφτυσα μακριά. Μετά με ξύπνησες…
Πήρε το χέρι της στο δικό του και το έφερε στην καρδιά του. Τι λες να σημαίνει το όνειρο αυτό;
-Μάλλον ότι έφαγες πάρα πολλή πίτσα όπως κάνεις συνήθως , είπε αυτή γελώντας. Τι έκπληξη.
Πες μου κάτι όμως. Αν δεν αγαπούσες τόσο πολύ τη δουλειά σου και τη γάτα, θα μπορούσες στ΄αλήθεια να μπαρκάρεις για μέρη μακρινά; Θα ήταν ένας πολύ υπέροχος συνδιασμός, τρυφερέ μου ποιητή.
- Θα μπορούσα, ναι. Σε καράβι στην ανοιχτή θάλασσα ίσως. Σε αεροπλάνο ποτέ.
- Στα αεροπλάνα όμως είναι τα ομορφότερα κορίτσια. Ενώ στη θάλασσα τι θα κοιτάς;
- Δεν θα άντεχα ποτέ αυτές τις ντίβες, προτιμώ την μοναξιά της θάλασσας.
- Υποθετικά μιλάμε πάντα.
- Υποθετικά, ασφαλώς. Εσύ όμως;
- Θα συμφωνήσω, χίλιες φορές την μοναξιά της θάλασσας. Θα σε μαλώσω όμως.
- Γιατί;
- Μου έταξες κάτι και δεν μου το έδωσες ποτέ.
- Είναι εκεί, στη βιβλιοθήκη. Στο πάνω ράφι. Αριστερά. Στο έχω φυλαγμένο.
- «Πρώτη αγάπη» Γιατί το ονόμασες έτσι ;
- Νομίζω ξέρεις το γιατί.
- Νομίζω πως ξέρω. Αλλά γιατί άργησες τόσο να μου το πεις;
- Είναι που δεν ήξερα που να σε βρω. Μα στο λέω τώρα. Μην κλαις .
- Δεν είναι δάκρυα, απομεινάρια είναι από την αλμύρα του ωκεανού.
- Σαν αναγέννηση του είπε και έσκυψε να τον φιλήσει.
Άνοιξε τα μάτια, δεν ήταν κανένας εκεί παρά μόνον η γάτα. Αυτή δεν είχε έρθει ποτέ.
Κοίταξε απέναντι στη βιβλιοθήκη, ήταν ακόμα εκεί ανέγγικτο. Στο πάνω ράφι, αριστερά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου