καταβάθος δεν είχε καμία σημασία
αν είμασταν κοντά, δίπλα, στην ίδια πορεία
δε μπορούσες να νοιώσεις
δε μπορούσα να πω
δε μπορούσες να ακούσεις
δεν υπάρχει πια παρά μόνο κενό
πως περάσαν τα χρόνια
τα παιδιά μεγαλώσαν
και με αγάπη τα ξεπροβοδίζουμε
στης ζωής τη μοναξιά
με αγάπη και στοργή
τους φοράμε τη μάσκα
για να λέγονται μεγάλοι
και όχι πλέον παιδιά
στην αγκαλιά μου την κρατώ
η άλλη έχει πια μεγαλώσει
και τη φυλάω ψυχούλα
να μην πάθει κακό
παραμύθια τους λέμε
και είναι όλα ωραία
έχουν όμορφο τέλος
δίδαγμα και σκοπό
και μια μέρα ξυπνάνε
η ζωή περιμένει
με φρικιά και αυταπάτες
κι ένα ερωτηματικό
γιατί μαμά θα πεθάνω
γιατί μαμά πονώ
γιατί μαμά γερνάμε
γιατί μαμά κλαις?
γιατί μαμά?
που πήγε ο πρίγκηπας?
που πήγε το κάστρο?
που πήγε το ζήσαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα?
γιατί η δική μου μάνα γερνάει
τρέμουν του πατέρα μου τα χέρια
που ήταν βράχος δυνατός?
που στο καλό πήγαν εκείνα τα καλοκαίρια?
που για ώρες κοιτάζαμε τ΄αστέρια
και διαλέγαμε το δικό μας
κι αν είναι πάντα εκεί
ποιος νοιάζεται να τα κοιτάξει;
έχει προγράμματα στην τιβί
και κάποιος πάντα υπόσχεται τη ζωή μας ν΄αλλάξει